Το μεταναστευτικό και προσφυγικό πρόβλημα στην Ελλάδα

Δημοσιεύτηκε: Τετάρτη, 20 Μαΐου 2015 21:50 Το μεταναστευτικό και προσφυγικό πρόβλημα στην Ελλάδα
του Δρ Θανάση Μιχελή
Περιφερειακού Συμβούλου

 

Το να επιχειρήσει να αναφερθεί κάποιος στο μεταναστευτικό και προσφυγικό πρόβλημα στη Ελλάδα, απαιτείται ουσιαστικά να αναφερθεί στην ιστορία της χώρας μας. Στο παρόν άρθρο θα περιοριστούμε στον 20ο αιώνα, επιχειρώντας να αναφερθούμε όχι μόνο στις αιτίες της μετανάστευσης και της προσφυγιάς αλλά και στα κοινωνικοπολιτικά αποτελέσματα αυτών.

            Το πρώτο μεγάλο προσφυγικό ζήτημα στην Ελλάδα του 20ου αιώνα ανέκυψε με τη Μικρασιατική καταστροφή το Σεπτέμβρη του 1922[1]. Τότε ξεριζώθηκε βίαια όλος ο Ελληνικός πληθυσμός των παραλίων της Μικράς Ασίας. Ακολούθησε η ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας το 1923[2] (συνθήκη της Λοζάνης). Συνολικά εγκατέλειψαν την Τουρκική επικράτεια περί το 1,5 εκατομμύριο Ελλήνων, Μικρασιατών και Ποντίων. Το πρώτο κύμα των Μικρασιατών προσφύγων εγκαταστάθηκε στις παρυφές των μεγάλων πόλεων. Στη συνέχεια με τη ανταλλαγή πληθυσμών ο μεγαλύτερος αριθμός, κυρίως των Ελλήνων του Πόντου, εγκαταστάθηκε στη βόρεια Ελλάδα.

            Τα ιστορικά δεδομένα εκείνης της εποχής είναι γενικώς γνωστά. Θα σταθούμε συνοπτικά σε δεδομένα που δεν αναφέρονται ευρέως. Τα βασικότερο είναι η κοινωνική σύνθεση των Ελλήνων Μικρασιατών και η μετέπειτα πορεία τους στην Ελλάδα. Ο πληθυσμός αυτός, όσο ζούσε στη Μικρά Ασία, σε μεγάλο ποσοστό αποτελούσε στη μεσαία κοινωνική τάξη του Οθωμανικού-Τουρκικού κράτους. Μια κοινωνική τάξη με υψηλό μορφωτικό επίπεδο. Ερχόμενος στην Ελλάδα, χωρίς κανένα περιουσιακό στοιχείο, πλην ελαχίστων, αποτέλεσε μια πολυπληθή ομάδα εκτός εργασίας και με υψηλό επίπεδο γνώσεων. Το παραπάνω αποτελεί μια από τις αναγκαίες προϋποθέσεις για οικονομική ανάπτυξη. Το Ελληνικό κεφάλαιο, μαζί και με τους εκ Μικράς Ασίας Έλληνες βιομήχανους, αξιοποίησε αυτή την ευκαιρία. Επιστημονικές μελέτες καταγράφουν πως εκείνη την εποχή η ανάπτυξη στη χώρα μας έτρεχε με πρωτόγνωρους ρυθμούς[3].

            Η ανάπτυξη αυτή δεν ήταν μόνο οικονομική. Όλη η πολιτιστική παράδοση της Μικράς Ασίας πέρασε στην Ελληνική επικράτεια. Τότε το ρεμπέτικο τραγούδι έγινε ευρύτερα γνωστό και αποδεκτό.

Η αριθμητική ανάπτυξη της εργατιάς, μάλιστα δε προερχόμενης από τα μεσαία μορφωμένα στρώματα, συντέλεσε στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος όχι μόνο ποσοτικά αλλά και ποιοτικά[4]. Ένα κίνημα που είχε ως σημείο αναφοράς κυρίως την νεοεμφανιζόμενη κομμουνιστική αριστερά.

Ο πόλεμος, η κατοχή και ο εμφύλιος, όλη τη δεκαετία του ΄40, είχαν τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα για τη χώρα[5].

Ενδιαφέρουσα είναι η τελευταία περίοδος του εμφυλίου. Τότε παρατηρείται μια αξιοσημείωτη μετακίνηση πληθυσμού, κυρίως του αγροτικού. Στις περιοχές που έλεγχε ο κυβερνητικός στρατός η μετακίνηση αυτή έγινε βίαια προς τις πόλεις. Στόχος της ενέργειας αυτής ήταν η αποκοπή της υποστήριξης και του ανεφοδιασμού των ανταρτών. Η εκκένωση των ορεινών περιοχών δεν περιορίστηκε σε σποραδικές περιπτώσεις, ήταν σχεδιασμένη, συστηματική και μαζική. Η διαταγή για την αναγκαστική εκκένωση ήταν απλή και σαφής: «Άπαντες οι κάτοικοι υποχρεούνται μέχρι την 6ην Δεκεμβρίου 1947 (η ημερομηνία ενδεικτική για ένα συγκεκριμένο χωριό) να εγκαταλείψωσι το χωρίον μεθ΄ απάντων των τροφίμων των. Πας κυκλοφορών μετά την ανωτέρω προθεσμίαν, του μακρόθεν μεν θα πυροβολείται άνευ προειδοποιήσεως, συλλαμβανόμενος δε θα παραπέμπεται εις στρατοδικείον. Τα αναβρισκόμενα τρόφιμα θα καταστρέφονται.[6]»

Με αυτόν τον τρόπο μετακινήθηκαν πλέον των 700.000 κατοίκων των ορεινών χωριών προς τα αστικά κέντρα. Οι κάτοικοι αυτοί αποκόπηκαν από τις αγροτικές εργασίες τους και οι περισσότεροι, μετά τη λήξη του εμφυλίου, αρνήθηκαν να επιστρέψουν στα χωριά τους. Αποτέλεσαν έτσι ένα δεύτερο προσφυγικό ρεύμα, τώρα κυρίως αγροτικού πληθυσμού.

Τα πρώτα αποτελέσματα αυτού φάνηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ΄50. Στην εκπαίδευση παρατηρείται κατάρρευση του μαθητικού πληθυσμού των Δημοτικών σχολείων των χωριών και ραγδαία αύξηση του μαθητικού πληθυσμού των Γυμνασίων, που έδρευαν στις πόλεις. Παράλληλα η ανασυγκρότηση του κρατικού μηχανισμού απαιτούσε διορισμούς στο δημόσιο. Για το στόχο αυτό απαραίτητο ήταν το πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, όπως βέβαια και το απολυτήριο Γυμνασίου. Έτσι η προσδοκία εύρεσης εργασίας, κυρίως των νέων, πέρασε δια μέσω του διορισμού στο δημόσιο. Η ανάγκη στέγασης όλων των παραπάνω οδήγησε, σε λίγα χρόνια, στην άναρχη ανοικοδόμηση των πόλεων με το σύστημα της “αντιπαροχής”. Τελικά και αυτή η ονομαζόμενη ως “αγροτική έξοδος” δημιούργησε νέα στρώματα της εργατικής τάξης και πολιτικά το νέο τροφοδότη της αριστεράς[7]. 

Μετά την ανασυγκρότηση του κρατικού μηχανισμού άρχισε η οικονομική ανάπτυξη της χώρας (περί το 1960). Τότε ένα νέο στρώμα μεταναστών όδευσε και πάλι προς τα αστικά κέντρα, για εργασία στη βιομηχανία στη βιοτεχνία και βέβαια στην οικοδομή. Είναι η πρώτη εσωτερική μετανάστευση στη χώρα, μετά τις προηγούμενες αναγκαστικές μετακινήσεις. Την ίδια εποχή δεκάδες χιλιάδες Ελλήνων εργατών έφυγαν για εργασία στη Γερμανία, ύστερα από Ελληνογερμανική συμφωνία[8].

Στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 και μετά την πτώση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, παρατηρείται ένα νέο κύμα μεταναστών. Οι μετανάστες, των Βαλκανικών χωρών προς τη χώρα μας, αποτέλεσαν το νέο φθηνό εργατικό δυναμικό, κυρίως των αγροτικών εργασιών.

Σήμερα οι νέες κοινωνικο-πολιτικές συνθήκες στις χώρες του τρίτου κόσμου, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, δημιούργησαν ένα έντονο κύμα προσφύγων και μεταναστών, κυρίως προς τις χώρες της Νότιας Ευρώπης. Είναι φανερό πώς οι ισχυροί του κόσμου, αυτοί που με τις επεμβάσεις τους δημιούργησαν τα προβλήματα στις παραπάνω περιοχές, δεν πρόβλεψαν τις εξελίξεις και αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες του προσφυγικού προβλήματος, οδηγούμενοι σε μεθόδους απάνθρωπης αντιμετώπισής του. Όμως η περιγραφή και μελέτη των παραπάνω ξεφεύγει του παρόντος άρθρου.

..................................................................................................

[1]. Δεν παραβλέπουμε τη μετανάστευση χιλιάδων Ελλήνων προς άλλες χώρες για εύρεση εργασίας.
[2]. Με τη συνθήκη Λοζάνης (1923) ανταλλάχθηκαν 1,5 εκατομμύριο Έλληνες κάτοικοι Τουρκίας και 500 χιλιάδες Τούρκοι-Μουσουλμάνοι. Όλοι τους έχασαν τις υπηκοότητες της γενέτειρας χώρας.
[3]. Αναφορές γι΄ αυτό κάνουν οι Κων/νος Βεργόπουλος και Κων/νος Τσουκαλάς.
[4]. Βλέπε Γιάννη Κορδάτου, Ιστορία του Ελληνικού εργατικού κινήματος και Κωστή Μοσκώφ, Ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης στην Ελλάδα.
[5]. Πέραν των άλλων, οι νεκροί του εμφυλίου (Απρίλιος του 1946 – Αύγουστος του 1949) ήταν τετραπλάσιοι αυτών του πολέμου (Αλβανικό έπος, Οκτώβριος 1940 – Μάχη της Κρήτης Μάιος 1941). Δεν αγνοούνται βέβαια οι 300.000 και πλέον νεκροί της κατοχής.
[6]. Αρχείο Κ. Τσαλδάρη, Φάκελος 28, υποφ. 14, Ίδρυμα Κων. Καραμανλή
[7]. Το 1958, σε μια εποχή διώξεων των ηττημένων του εμφυλίου, η ΕΔΑ ως πολιτικός εκφραστής της αριστεράς, παίρνει στις εκλογές το 25% των ψήφων, αναδεικνυόμενη αξιωματική αντιπολίτευση.
[8]. Η Συμφωνία περιελάμβανε επίσης α) δάνειο της Γερμανίας προς τη χώρα μας, β) αποφυλάκιση του ναζί διοικητή της Θεσσαλονίκης Μέρντεν υπεύθυνου για τη θανάτωση χιλιάδων Εβραίων, γ) μη απαίτηση εκ μέρους της χώρας μας των Γερμανικών αποζημιώσεων.
Προσαρμοσμένη αναζήτηση