Πόσοι Μακεδόνες … χωρούν στη Μακεδονία;

Δημοσιεύτηκε: Κυριακή, 11 Φεβρουαρίου 2018 20:50 Πόσοι Μακεδόνες … χωρούν στη Μακεδονία;

Γράφει ο Χρίστος Π. Γαληρόπουλος

Χρέος του ιστορικού είναι η περιγραφή του ιστορικού φαινομένου, αλλά και o προσδιορισμός της έκτασης μέσα στο χώρο και το χρόνο σε αντίθεση με τους πολιτικούς ερμηνευτές που αρέσκονται να χρησιμοποιούν τη σαγήνη της ιστορίας για μικροπολιτικούς λόγους.

Αν επιχειρούσαν ένας Έλληνας, ένας Βούλγαρος, ένας Αλβανός και ένας Τούρκος μία ανασκόπηση του ιστορικού παρελθόντος της δικής του γενέτειρας και παραμείνουν προσκολλημένοι σε μία εθνοκεντρική θεώρηση των γεγονότων, τότε δίχως αμφιβολία οι Βαλκανικοί πόλεμοι θα αποτελέσουν το εθνικό ορόσημο με διαφορετική σημασία για τον καθένα από τους παραπάνω. Η έκβαση ενός παιχνιδιού με «νικητές» και «ηττημένους» αποτυπώνεται στην πραγμάτωση των εθνικών οραματισμών, στην προσάρτηση απελευθερωμένων εδαφών στον κρατικό κορμό, στο πόθο για μελλοντική ενσωμάτωση των «αλύτρωτων πατρίδων»  είτε στην συνομωσιολογική απώλεια εδαφών που αποτελούν «εθνικό λίκνο» για τους χαμένους. Άλλοι από τους συνδαιτυμόνες του βαλκανικού τραπεζιού βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο και άλλοι μισοάδειο. [Αποτέλεσμα εικόνας για μακεδονια]

Οι βαλκανικοί πόλεμοι αποτελούν το αιματηρό επισφράγισμα του τέλους της εποχής της «αθωότητας» που επέβαλε στην χερσόνησο του Αίμου ο μακραίωνος κοσμοπολιτισμός του Βυζαντίου και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η βυζαντινή ανεκτικότητα απέναντι στην «ετερότητα»  και η εφαρμογή  του συστήματος των  milet (αυθύπαρκτη θρησκευτική – πολιτιστική ιδιαιτερότητα) που εφαρμόστηκε για πέντε αιώνες, έδωσε τη θέση της στην ιδεολογία του εθνικού κράτους, σύμφωνο με τα κηρύγματα του γαλλικού διαφωτισμού και της γερμανικής θεώρησης – ένα κράτος, ένα έθνος, μία γλώσσα-.

Κατά τη διάρκεια του Β΄ παγκοσμίου πολέμου η ιδέα της δημιουργίας ενός κρατικού μορφώματος με μία κατασκευασμένη εθνική ιδεολογία να μοιάζει αναπόφευκτη. Η εθνογλωσσική ταυτότητα αποτελεί το κύριο ιδεολογικό επιχείρημα στην αντιπαλότητα με το γείτονα. Η δημιουργία μίας «Μακεδονικής γλώσσας» η οποία αποτελεί μετάλλαξη της βουλγαρικής και σερβικής γλώσσας μόνο μειδίαμα προκαλεί στους γλωσσολόγους.  Η «σύλληψη» έγινε, όπως είναι γνωστό, στο εργαστήριο δημιουργίας μίας «εθνικής ταυτότητας» ,(αρχικός εμπνευστής της ιδέας ο Krste Miriskov ήδη από τον Α’ παγκόσμιο πόλεμο) καλυπτόμενη με τον διάτρητο μανδύα ενός τελείως αφαιρετικού και ανυπόστατου ψευδοεπιστημονισμού, που ευτυχώς για μας, μόνο οι Θεωρητικοί των Σκοπίων μπορούν να υποστηρίξουν.

Σε ανύποπτο χρόνο, 1949  και τόπο, στην μακρινή Αυστραλία, οι σλαβόφωνοι ηγέτες επιδίδονται σε μία μεθοδευμένη εκστρατεία με σκοπό να εμφυσήσουν στις νεώτερες γενιές τους την επιθυμία εκδίκησης για τα εγκλήματα των Ελλήνων σε βάρος τους κατά την περίοδο από τον Παύλο Μελά μέχρι και τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Η εκστρατεία αυτή του αλυτρωτισμού  διεξάγεται με μέθοδο φαινομενικά ορθή, την παράθεση «αντικειμενικών δεδομένων» τα οποία, ωστόσο, είναι κατάσπαρτα από επιφάσεις που καταλήγουν σε αντιφάσεις.

Κάθε προσπάθεια εδώ και χρόνια σε οποιοδήποτε συνέδριο ιστορίας και αν επιχειρήθηκε να υποστηριχθεί θεωρία περί  «Μακεδονικού έθνους» αντιμετωπίστηκε με περισσή αποστροφή από του ιστορικούς. Το 1989 έπειτα από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και πάνω στα ερείπια του τείχους του Βερολίνου προβάλλουν στο φως, με νέο ιδεολογικό  μανδύα, πολιτειακά μορφώματα, φαντάσματα από το Ευρωπαϊκό παρελθόν.  Η Λευκορωσία εφαρμόζει ένα νέου τύπου εθνικισμό, τον συνταγματικό με το οποίο συντηρεί το σταλινικό εφεύρημα μιας ανύπαρκτης  λευκορωσικής γλωσσικής και εθνικής ταυτότητας.

Ανάλογο είναι το έργο των «ιστορικών – τυφλοποντικών» της γειτονιάς μας, το 1990. Ωστόσο η νέα ιδεολογία καλλιεργήθηκε συστηματικά στο εσωτερικό αυτού του κράτους. Οι πολιτικοί των Σκοπίων επιδίωξαν με κάθε τρόπο. Ακόμη και οι Φιλιππικοί λόγοι του Δημοσθένη παραχαράχθηκαν, παρερμηνεύθηκαν προκειμένου να καταδειχθεί η διαφορετικότητα των Ελλήνων και των Μακεδόνων. Η αντί­θεση του Δημοσθένη προς τον Φίλιππο δεν ήταν φυλετική, όπως διαδίδουν οι Σκοπιανοί και οι συνήγοροί τους. Ήταν πολιτική. Αν ο Φίλιππος οραματίστηκε το Μεγάλο Κράτος, ο Δημοσθένης, γαλουχημένος με άλλα πολιτικά ιδεώδη, οραματίστηκε τον Μεγάλο Άνθρωπο, “τον ελεύθερον εν δικαιοσύνη”. Τον πολίτη, όχι τον υπήκοο. Το εμπρόσωπο κι όχι απρόσωπο πολιτικό ον. Γι αυτό έμεινε πιστός στην ιδέα του «Αθηναϊσμού». Μόνο η Αθήνα του έδινε τότε κάποιες εγγυήσεις για το κράτος των Ελευθέρων Πολιτών. Η προσπάθεια των Σλάβων πολιτικών εντάχθηκε στη συλλογιστική ότι με κάθε τρόπο έπρεπε να στεριώσουν ένα κρατίδιο, συνονθύλευμα Αλβανών- Βούλγαρων- Σλάβων και λοιπών, πριν διαλυθεί αφότου ο αλυτρωτισμός των γειτνιαζόντων λαών δραστηριοποιηθεί.

 Η Ελλάδα διστακτικά, μουδιασμένα παρακολουθούσαν τη γένεση ενός νέου προβλήματος στα σύνορά της. Του «Μακεδονικού», το οποίο οι πολιτικοί μας, αντιμετώπισαν κοντόφθαλμα, ευκαιριακά, δέσμιοι της ονοματολαγνείας που οι ίδιοι υπέθαλψαν στο εσωτερικό της χώρας καταπονημένοι από την διαμάχη για σκάνδαλα, καθάρσεις, μετέθεσαν το πρόβλημα για το μακρινό τους σήμερά μας ακολουθώντας τη μέθοδο του στρουθοκαμηλισμού.

Ο παράλογος διαχωρισμός του παρελθόντος από το παρόν, η επιφανειακή θεώρηση των πραγμάτων, η άρνηση της Δύσης να εξετάσει αντικειμενικά τις εμπειρίες που έζησαν οι λαοί των Βαλκανίων και η επιπόλαια δημοσιογραφική τάση να προβληθεί το πρόβλημα από μία στενή λανθάνουσα ανθρωπολογική σκοπιά διαμορφώνοντας τις διαχρονικές συνθήκες με αντιλήψεις που υπαγορεύονται από τρέχουσες συγκυρίες, οδήγησαν στην πλαστή θεώρηση της ιστορίας της περιοχής. Η κατάχρηση του όρου «Μακεδονία» από του πολίτικούς και ψευδοεπιστημονιστές των Σκοπίων δεν αποσκοπεί μόνο να περιγράψει μία νέα εθνότητα ή να δηλώσει τη γένεση ενός νέου λαού στα βαλκάνια.

Οι επιδιώξεις των γειτόνων προχωρούν περισσότερο και μας έχουν φέρει αντιμέτωπους με το πρόβλημα της πολιτικοποίησης μίας εθνότητας και τη μετάπλαση μιας συγκεκριμένης εθνικής ομάδας, η οποία μέχρι και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, καλλιεργούσε την πολιτιστική της αυτονομία έναντι των υπολοίπων ομάδων. Από τη στιγμή που η μεθόδευση κινείται όχι πια σε ανθρωπολογικό, περιγραφικό επίπεδο αλλά σε πολιτικό αδιαφορώντας για το αν θίγει την ταυτότητα μίας άλλης εθνότητας, των Ελλήνων, καθιστά το ζήτημα επιθετικό και κατά την ταπεινή άποψη του γράφοντος, αλυτρωτικό.

 Τα έθνη χτίζονται πάνω όχι σε ψευδώνυμες, πλαστές εθνικές ταυτότητες και συνειδήσεις αλλά σε καλά περιχαρακωμένα ιστορικά θεμέλια ικανά να αποτελέσουν την στέρεη σύζευξη του χτες και του σήμερα δίχως εθνικιστικές κορώνες. Τα διδάγματα από τη μελέτη της ιστορίας είναι η πιο αποτελεσματική προετοιμασία του ατόμου για την πολιτική δραστηριότητα. Γι’ αυτό δεν επαρκεί η απλή διήγηση των γεγονότων αλλά η γνώση και η ερμηνεία των αιτιών τους. Η ιστορία, λοιπόν, έχει μορφωτική και παιδαγωγική αποστολή. Χρέος μας να τη συμβουλευόμαστε, να προετοιμαζόμαστε με πνευματικό οπλοστάσιο ικανό να αποτρέψει κάθε προπαγανδιστική, ευκαιριακή, πολιτική επιβουλή.

Χρίστος Π. Γαληρόπουλος
 MSc Φιλόλογος  Α.Π.Θ
Υπεύθυνος φιλολογικού τμήματος
Διακρότημα Λαμίας
Προσαρμοσμένη αναζήτηση