Ερωτήματα για το μαρτυρικό τέλος των δύο νέων στο Μεσολόγγι

Δημοσιεύτηκε: Τρίτη, 05 Ιανουαρίου 2016 08:20 Ερωτήματα για το μαρτυρικό τέλος των δύο νέων στο Μεσολόγγι

Σε ένα αυλάκι με ένα μέτρο νερό στα όρια του οικισμού Κατοχή γράφτηκε το τραγικό τέλος του θρίλερ της εξαφάνισης του Βασίλη Γρατσάνη και Ιωάννη Κορδώση

Σε ένα αυλάκι με ένα μέτρο νερό στα όρια του οικισμού Κατοχή γράφτηκε το τραγικό τέλος του θρίλερ της εξαφάνισης του Βασίλη Γρατσάνη και Ιωάννη Κορδώση στο Μεσολόγγι.

Είναι παράξενο ότι η τραγωδία των δύο παιδιών είχε γραφτεί τόσο κοντά, αλλά κανείς δεν είχε μπορέσει να τους εντοπίσει, εδώ και τέσσερις μέρες.

Σύμφωνα με επικεφαλής αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ., χρειάστηκε η ανάπτυξη πεζοπόρων αστυνομικών προκειμένου να ερευνήσουν όλη την διαδρομή αριστερά και δεξιά του δρόμου, που είχαν κινηθεί, όπως τις λιμνούλες και τα αυλάκια που ήταν κατά μήκος της. Αυτή η ενέργεια δεν μπορούσε να εξελιχθεί σε όλο το εύρος της τις προηγούμενες μέρες εξαιτίας των κακών καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν στην περιοχή, υποστηρίζουν οι αστυνομικοί. Νωρίς το πρωί ένας αστυνομικός εντόπισε κάποια σπασμένα καλάμια δίπλα στον δρόμο και πατημένο γρασίδι. Πηγαίνοντας προς το αυλάκι διέκρινε το αυτοκίνητο και ειδοποίησε τους συναδέλφους του και πυροσβέστες.

Το αυτοκίνητο, σύμφωνα με την αστυνομική ανακοίνωση, είχε βγει από την πορεία του στην επαρχιακή οδό Αιτωλικού-Αστακού, στο ύψος της Κατοχής, και ανατράπηκε μέσα σε αυλάκι βάθους έξι μέτρων που περιείχε νερό ύψους τουλάχιστον δύο μέτρων και ήταν καλυμμένο από βλάστηση.

Υψηλόβαθμοι αξιωματικοί αναφέρουν πως το όχημα πήγαινε στην ευθεία και έπεσε στο αυλάκι αφρενάριστο καθώς δεν εντοπίστηκαν πουθενά ίχνη στο οδόστρωμα. Ανατράπηκε μέσα στο αυλάκι, που είχε μεν λίγο νερό αλλά κάλυψε την καμπίνα του οχήματος, και έτσι εξηγείται σύμφωνα με τους αστυνομικούς ότι απενεργοποιήθηκαν τα κινητά τους τηλέφωνα με διαφορά 9 λεπτών. Ενδεχομένως το ένα να ήταν εκτεθειμένο στο ταμπλό του αυτοκινήτου ενώ το δεύτερο να το είχε πάνω του κάποιο από τα θύματα και άργησε να απενεργοποιηθεί από το νερό. Το όχημα είχε καλυφθεί από καλάμια και δεν ήταν ορατό.

Οι ίδιες πηγές ενημέρωσης αναφέρουν ότι ο οδηγός Βασίλης Γρατσάνης φορούσε ζώνη ασφαλείας και ήταν εγκλωβισμένος στις στραπατσαρισμένες λαμαρίνες, ενώ ο Γιάννης Κορδώσης δεν φορούσε, ωστόσο από την σφοδρότητα της σύγκρουσης έχασε τις αισθήσεις του και εγκλωβίστηκε και εκείνος στο αυτοκίνητο. Υπάρχει ένα ενδεχόμενο να έβγαλε μόνος του τη ζώνη επιχειρώντας να απεγκλωβιστεί χωρίς όμως να τα καταφέρει.

Όπως αποφάνθηκε η ιατροδικαστής, ο θάνατος του Βασίλη Γρατσάνη οφείλεται σε πνιγμό, ενώ έφερε εκχυμώσεις στα γόνατα και στις κνήμες. 

Αναμένεται η ιατροδικαστική εξέταση στην σορό του Γιάννη Κορδώση, ο οποίος φέρεται ως ο οδηγός, ενώ  δεν είχε δίπλωμα οδήγησης.

Επισης από τις τοξικολογικές εξετάσεις θα διαπιστωθεί και αν είχαν καταναλώσει μεγάλη ποσότητα αλκοόλ.

Όλες αυτές τις μέρες, οι ώρες κυλούσαν μαρτυρικά για τις οικογένειες των Βασίλη Γρατσάνη και Ιωάννη Κορδώση. Περίμεναν μία αχτίδα ελπίδας από τις έρευνες πυροσβεστών και αστυνομικών, η οποία όμως δεν ήρθε ποτέ. Αισθάνθηκαν ανακουφισμένοι από το τραγικό μαντάτο, ωστόσο παρά τον πόνο και την θλίψη τους βρήκαν το κουράγιο να ευχαριστήσουν τους αστυνομικούς και τους πυροσβέστες που συμμετείχαν στις έρευνες παρότι δεν είχαν αίσιο αποτέλεσμα.

Οι σκηνές που εξελίσσονταν στα χωριά των δύο αγνοούμενων παιδιών, όλες αυτές τις μέρες ήταν δραματικές. Ο πονεμένος πατέρας του Γιάννη Κορδώση, αναζητούσε τον αγνοούμενο γιο του στους δρόμους του χωριού, φωνάζοντας «που είναι ο γιος του». Η αδερφή του εκλιπαρούσε για βοήθεια, και αναζητούσε πληροφορίες από συγχωριανούς της. Και η μητέρα του Βασίλη, η κα Αλεξάνδρα έκανε έκκληση στους τηλεοπτικούς σταθμούς, ζητώντας την βοήθεια των πολιτών προκειμένου να βρεθεί ο μοναχογιός της και ο φίλος του. Ο πατέρας του, έλεγε σε συγγενείς και φίλους πως «τον έζωσαν τα φίδια», όταν στις 05:00 τα ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς, δεν απαντούσε ο γιος του στις τηλεφωνικές του κλήσεις, ενώ το τηλέφωνο ήταν απενεργοποιημένο. Τους είχε πει ότι θα ερχόταν για να φροντίσουν τα ζωντανά τους.

Ο φίλος των παιδιών, ο Αποστόλης Μακρής, ανέφερε ότι ήταν μαζί τους έως τις 03:00 τα ξημερώματα. Πήγαν στην Πεντάλοφο και μετά στο Νεοχώρι, όπου έφυγε μόνος του, ενώ εκείνοι θα συνέχιζαν τη διασκέδασή τους. «Είναι τραγική ειρωνεία, γιατί πήγα να πάρω κάτι γλυκά και όταν πήγα να βγάλω χρήματα διαπίστωσα ότι είχα στην τσέπη μου τα κλειδιά του αυτοκινήτου του Βασίλη και του τα έδωσα. Αν δεν το έκανα, δεν θα έπαιρναν το αυτοκίνητο» ανέφερε ο φίλος τους, χωρίς να έχει γίνει γνωστό γιατί είχε εκείνος τα κλειδιά. Σχετικά με την φημολογία για ένα επεισόδιο που φαίνεται να εξελίχθηκε ανάμεσα στους αγνοούμενους και μία παρέα νεαρών μέσα στο μπαρ που διασκέδαζαν, ο φίλος τους, επεσήμανε πως ήταν μικρής σημασίας. «Απλά ήταν στενός ο χώρος και σπρωχνόντουσαν οι θαμώνες. Δεν ήταν τίποτα και μάλιστα τους τράβηξα να φύγουμε μακριά από την παρέα των πιτσιρικάδων» δήλωσε χαρακτηριστικά.

Οι αστυνομικοί εντόπισαν βίντεο από κάμερα ασφαλείας που έχει καταγράψει την κίνηση του αυτοκινήτου τους στις 04:38 τα ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς, από το Πεντάλοφο προς Λεσίνη καθώς και από άλλη μια κάμερα στις 4: 42,  ενώ από την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών, διαπιστώθηκε ότι τα κινητά τους τηλέφωνα εξέπεμπαν μεταξύ 05:10-05:15 από την περιοχή του Νεοχωρίου, όταν απενεργοποιήθηκαν ξαφνικά. Το σημείο που είχαν εντοπιστεί από τις κάμερες έως αυτό που βρέθηκαν νεκροί, απείχε χρονικά περίπου 15-20 λεπτά της ώρας, γεγονός που δικαιολογεί και την απενεργοποίηση των κινητών μετά την πρόσκρουση. Σημειώνεται ότι την ώρα της αποχώρησής τους επικρατούσε παγετός και ο δρόμος ήταν ιδιαίτερα ολισθηρός, ενώ σύμφωνα με τις καταθέσεις μαρτύρων οι δύο νέοι, είχαν πιει αρκετά εκείνο το βράδυ.

Ποιοι ήταν οι δύο νέοι που χάθηκαν

Δύο νέα παιδιά - αγρότες από την ευρύτερη περιοχή του Μεσολογγίου, τα οποία ζούσαν μια ήσυχη ζωή και ήταν δεμένα με τις οικογένειές τους, ήταν τα θύματα της τραγωδίας. που σημειώθηκε τα ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς στην περιοχή.

Σαράντα χρονών ο ένας, τριανταπέντε ο άλλος, αγρότες στο επάγγελμα, είχαν μια μία ήσυχη ζωή. Ήταν φίλοι από μικρά παιδιά και συνήθιζαν να διασκεδάζουν στο συγκεκριμένο μπαρ ενώ και οι δύο κατοικούσαν στον Πεντάλοφο Αιτωλοακαρνανίας.

Και οι δυο τους περιγράφονται ως άτομα δεμένα με τις οικογένειές τους, ενώ ούτε στις σελίδες τους στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης υπάρχουν πολλές πληροφορίες για τη ζωή και τα ενδιαφέροντά τους εκτός από μερικές φωτογραφίες που οι ίδιοι «ανέβαζαν» κατά καιρούς. Στη σελίδα του στο facebook ο Βασίλης Γρατσάνης είχε 235 φίλοι, ενώ στη δική του σελίδα ο Γιάννης Κορδώσης είχε 201 φίλους.

Από τη μέρα που χάθηκαν τα ίχνη τους στο χωριό τους εξελίσσοντας τραγικές στιγμές. Ο πατέρας του Γιάννη Κορδώση, αναζητούσε τον αγνοούμενο γιο του στους δρόμους του χωριού, φωνάζοντας «που είναι ο γιος μου». Η αδερφή του εκλιπαρούσε για βοήθεια, και αναζητούσε πληροφορίες από συγχωριανούς της.

Και η μητέρα του Βασίλη, η κα Αλεξάνδρα έκανε έκκληση στους τηλεοπτικούς σταθμούς, ζητώντας την βοήθεια των πολιτών προκειμένου να βρεθεί ο μοναχογιός της και ο φίλος του. Ο πατέρας του, έλεγε σε συγγενείς και φίλους πως «τον έζωσαν τα φίδια», όταν στις 05:00 τα ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς, δεν απαντούσε ο γιος του στις τηλεφωνικές του κλήσεις, ενώ το τηλέφωνο ήταν απενεργοποιημένο. Τους είχε πει ότι θα ερχόταν για να φροντίσουν τα ζωντανά τους.

thetoc.gr

Προσαρμοσμένη αναζήτηση