Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Λαμία: SOS από τα εγκαταλελειμμένα κτίρια στο κέντρο της πόλης

Δημοσιεύτηκε: Σάββατο, 31 Μαρτίου 2018 08:48 Λαμία: SOS από τα εγκαταλελειμμένα κτίρια στο κέντρο της πόλης

Υπό εγκατάλειψη το 8% των κτιρίων, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Πάνω από το 1/4 είναι επικινδύνως ετοιμόρροπα!

Την ένταση και τις διαστάσεις του φαινομένου της εγκατάλειψης στο Πολεοδομικό Κέντρο της Λαμίας ανέλαβε να εξετάσει το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, μετά από υπόδειξη του Δημάρχου Λαμιέων Νίκου Σταυρογιάννη και με αφορμή τις αλλεπάλληλες  πυρκαγιές το 2016 και το 2017 σε εγκαταλελειμμένα κτίρια στο κέντρο της πόλης, βορείως της πλ. Λαού.

Η έρευνα έγινε στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος «Αστική Ανάπλαση και Ανάπτυξη» (Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης) από την Πολιτικό Μηχανικό ΕΜΠ - MSc, Ζωή Κακανά, υπό την επίβλεψη της Εντεταλμένης Επικ. Καθηγήτριας Μαριλένας Παπαγεωργίου, και της Καθηγήτριας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Άσπας Γοσποδίνη.

Η περιοχή που έδωσε την αφορμή είναι από τις πιο ιστορικές της πόλης με έντονα τα σημάδια της εγκατάλειψης.

Διαβάστε παρακάτω τα αποτελέσματα της ενδιαφέρουσας έρευνας:

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε το 2017 και κάλυψε σχεδόν το σύνολο του Πολεοδομικού Κέντρου Λαμίας. Κατά την επιτόπια έρευνα και απογραφή εντοπίστηκαν συνολικά εξήντα (60) εγκαταλελειμμένα κτίρια, στο σύνολό τους ιδιοκτησίας ιδιωτών. Από αυτά, το 26,7% ήταν επικινδύνως ετοιμόρροπα (ένα με πρωτόκολλο κατεδάφισης), το 21,7% κοινώς ετοιμόρροπα (δηλαδή επιδέχονται αποκατάστασης), το 38,3% εμφάνιζαν σοβαρές εξωτερικές φθορές, ενώ 13,3% από αυτά ήταν ημιτελής κατασκευές (κοινώς, γιαπιά).

Από άποψη πολιτιστικής αξίας, είναι χαρακτηριστικό ότι από το σύνολο των εγκαταλελειμμένων κτιρίων που απογράφηκαν, σχεδόν το 18,5% αφορούσε σε αξιόλογα και ιστορικά κτίρια της πόλης (κηρυγμένα διατηρητέα). Το γεγονός αυτό βέβαια δεν πρέπει να ξαφνιάζει, δεδομένου ότι κατά το πρόσφατο παρελθόν (προ 2017), διάφορα κτίρια κρίθηκαν κατεδαφιστέα στην πόλη της Λαμίας, παρ’ότι είχαν προταθεί από το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο να συμπεριληφθούν στον κατάλογο των ιστορικών και διατηρητέων κτιρίων της πόλης (π.χ. το κτίριο στη γωνία των οδών Δροσοπούλου και Πατρόκλου, ο όροφος των κτιρίων της Δημοτικής Αγοράς, κ.ο.κ.).

Η προβληματική γύρω από τα εγκαταλελειμμένα ακίνητα στις πόλεις

Σύμφωνα με διεθνείς έρευνες, έως και το 2030 το 80% του πληθυσμού της γης θα κατοικεί σε πόλεις. Γεγονός το οποίο σημαίνει ότι, εάν οι πόλεις επιθυμούν να διατηρήσουν τη συμπαγή τους μορφή, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για αδιαφορία και εγκατάλειψη του υπάρχοντος κτιριακού δυναμικού, με τη λύση στο πρόβλημα να αποτελεί τόσο ιδιωτική όσο και δημόσια υπόθεση. 

Όπως επισημαίνει και η κα Γοσποδίνη, σε διεθνές επίπεδο η εγκατάλειψη κτιρίων και ακινήτων σε μια πόλη μπορεί να αποτελεί αποτέλεσμα αστικής συρρίκνωσης, αστοχιών της αγοράς ακινήτων, ή ακόμη και αποτέλεσμα ολοκλήρωσης του κύκλου ζωής μιας περιοχής ή ενός κτιρίου. Παράλληλα όπως η ίδια διαπιστώνει, η διαχείριση των εγκαταλελειμμένων κτιρίων στα αστικά κέντρα είναι επιβεβλημένη για μια σειρά από λόγους και ιδίως γιατί τα κτίρια αυτά: λειτουργούν συμπιεστικά στην αξία των γύρω ακινήτων, επιβαρύνουν φορολογικά ευρύτερες κοινωνικές ομάδες (για τη λήψη μέτρων ασφαλείας, την κατεδάφιση, την αστυνόμευση τους κλπ), υποβαθμίζουν το αστικό τοπίο και την ποιότητα ζωής στις πόλεις, ενώ επίσης δημιουργούν ένα μη ελκυστικό περιβάλλον, τόσο για την προσέλκυση μελλοντικών επενδυτών όσο και νέων κατοίκων.

Ειδικά για την περίπτωση της Ελλάδας, η κα Παπαγεωργίου επισημαίνει ότι το φαινόμενο της εγκατάλειψης των ιδιοκτησιών – εκτός από εντεινόμενο τα τελευταία χρόνια της ύφεσης – είναι, γενικά, αρκετά δύσκολο να αντιμετωπιστεί. Σύμφωνα με την ίδια, η ελληνική κοινωνία είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένη στην εικόνα των εγκαταλελειμμένων κτιρίων, σε σημείο να μην τα αντιλαμβάνεται ως τέτοια. Αναφερόμενη μάλιστα ειδικά στις ημιτελείς κατασκευές, σημειώνει ότι για σχεδόν όλους τους Έλληνες, κάθε γιαπί κρύβει την προσδοκία για επανένωση της ελληνικής οικογένειας αλλά και την έγνοια των γονιών «να αφήσουν κάτι στα παιδιά τους», με αποτέλεσμα να μην εκλαμβάνεται από την κοινωνία ως εγκατάλειψη ακινήτου, ούτε ως αδιαφορία του ιδιοκτήτη για το τοπίο της γειτονιάς... Σε γενικότερο επίπεδο, η ίδια θεωρεί ότι η εγκατάλειψη των ακινήτων στις ελληνικές πόλεις αποτελεί μια ανοιχτή πληγή η οποία δεν πρόκειται να κλείσει εάν προηγουμένως δεν μετριαστεί η ευκολία που παρέχει η πολεοδομική νομοθεσία για εκτός σχεδίου δόμηση, στρέφοντας πολίτες και επενδυτές στην «εύκολη» λύση της κατασκευής νέων οικοδομών (συνήθως εκτός σχεδίου), έναντι της αποκατάστασης και επανάχρησης υφιστάμενων και παλαιότερων κτισμάτων (που στην πλειονότητά τους βρίσκονται στα κέντρα των πόλεων).

Προτάσεις διαχείρισης των εγκαταλελειμμένων κτιρίων στη Λαμία

Η έρευνα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας καταλήγει σε σειρά προτάσεων, υπό την προϋπόθεση συνεργασίας Δήμου και ιδιωτών. Ειδικότερα, σύμφωνα με την κα Κακανά που επιμελήθηκε τις προτάσεις της έρευνας, προτεραιότητα παρέμβασης στο κέντρο της Λαμίας πρέπει να δοθεί, ως επί το πλείστον, σε όλα εκείνα τα κτίρια που εγκυμονούν κινδύνους για τη δημόσια υγεία και ασφάλεια (εστίες μόλυνσης και παραβατικότητας, αλλά και τα επικινδύνως ετοιμόρροπα κτίρια), αλλά και στα διατηρητέα κτίρια, που αποτελούν το ιστορικό και πολιτιστικό κεφάλαιο της πόλης. Μάλιστα, η ίδια προχωρά σε ολοκληρωμένη πρόταση για κήρυξη επιπλέον 16 κτιρίων ως διατηρητέων, στο ιστορικό κέντρο της Λαμίας, με στόχο την αναβάθμιση της πολιτιστικής ταυτότητας της πόλης. Παράλληλα, ειδικά για την ιστορική συνοικία βορείως της πλ. Λαού (στην οποία παρατηρείται υψηλή συγκέντρωση εγκαταλελειμμένων ιδιοκτησιών), η ίδια διατυπώνει αναλυτική πρόταση αστικής ανάπλασης και αναζωογόνησης, προτείνοντας: α) τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων (πλατείες κλπ) ύστερα από απαλλοτρίωση από το Δήμο σειράς εγκαταλελειμμένων ακινήτων αλλά και δημιουργίας ενεργών οικοδομικών τετραγώνων, β) την περιβαλλοντική και ενεργειακή αναβάθμιση της περιοχής, γ) τη δημιουργία χώρων στάθμευσης, ε) τη δημιουργία θεματικής διαδρομής (προς το Κάστρο) αλλά και διαδρομών ήπιας κυκλοφορίας.

Για την επίτευξη των παραπάνω, η κα Κακανά εισηγείται επίσης την ενεργοποίηση του Ν. 2508/97 (και ειδικά των άρ.8-17 περί αστικών αναπλάσεων), την αξιοποίηση χρηματοδοτήσεων από το Πράσινο Ταμείο, καθώς και την αξιοποίηση του Επιχειρησιακού προγράμματος ΕΤΠΑ (άξονας: Δημιουργική Επανάχρηση Δημοτικής Ακίνητης Περιουσίας).

Για περισσότερες πληροφορίες, η έρευνα βρίσκεται διαθέσιμη (και μέσω διαδικτύου) στην Κεντρική βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, υπό τον τίτλο «Εγκαταλελειμμένα Κτίρια: απογραφή και προτάσεις αποκατάστασης στο Ιστορικό Κέντρο Λαμίας».