Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Τζάμπα Μάγκες (του Δημήτρη Κακαβά)

Δημοσιεύτηκε: Παρασκευή, 04 Δεκεμβρίου 2020 14:42 Τζάμπα Μάγκες (του Δημήτρη Κακαβά)

Γράφει ο Δημήτρης Κακαβάς...

Νωρίς το πρωί σήμερα, είμαι στημένος στην ουρά, μπροστά από το ΑΤΜ της τράπεζας Πειραιώς. Τέταρτος παρακαλώ! Τυχερός είμαι, λέω μέσα μου. Μέχρι να ολοκληρώσω την σκέψη μου, άλλοι 5-6 έχουν στοιχηθεί πίσω μου.

   Στα δεξιά μου, άλλη ουρά, πολύ μεγαλύτερη. Έχει και ψύχρα…. Κι ενώ περιμένω να τελειώσουν οι 3 μπροστά μου να ξεμπερδεύω, αρχίζει η γκρίνια από την ουρά στα δεξιά μου. «Κοίτα κατάσταση. Μας έχουν όλους στοιβαγμένους λες κι είμαστε ζητιάνοι»!

   «Δεν μπορούν να φωνάξουν εμάς που είμαστε για το μηχάνημα; Εμείς μια ενημέρωση του βιβλιαρίου θα κάνουμε και τελειώσαμε. Τόσο δύσκολο πια;»,

   «Τι πράγματα είναι αυτά; Πρώτη φορά ερχόμαστε; Δεν ξέρουν να κάνουν την δουλειά τους»

   «Να βάλουν μια σειρά με αυτούς που θα πάνε στα ταμεία και σε άλλη σειρά εμάς που θα πάμε για το μηχάνημα (εννοώντας το αυτόματο μηχάνημα εντός του καταστήματος). Αλλά που να βρεις το δίκιο σου; Έλληνες δεν είμαστε; Δεν βάζουμε μυαλό»!

   Και σε απάντησή του, ακούγεται ο πισινός του. Στην ουρά! «Α, ρε κατάφεραν να μας πειθαρχήσουν με έναν ιό»!

   «Είδες; Είδες;» απαντά αυτός.

ΚΑΤΑΦΕΡΑΝ ΝΑ ΜΑΣ ΠΕΙΘΑΡΧΗΣΟΥΝ!

   Και μου γύρισαν τα μάτια ανάποδα. Έφτασε το αίμα στο κεφάλι. Τρελάθηκε το μυαλό μου.

    Ποιος; Ο ηλικιωμένος Τίποτας, που δεν είχε άλλο τρόπο να περάσει την αδιάφορη ημέρα του και ήρθε στην τράπεζα να ενημερώσει το βιβλιάριο των καταθέσεων του και ο συνομήλικος, συνομιλητής του! Συμφώνησαν ότι κάποιοι, με αδήλωτη αλλά ευκόλως εννοούμενη ιδιότητα, έστησαν το ιδιαίτερα ασφυκτικό όσο και καθολικό σχέδιο με την ψεύτικη πανδημία του κορονοϊού, για να καθυποτάξουν τα δύο ηλικιωμένα ΤΙΠΟΤΑ και όλους όσους έχουν καταλάβει την «κομπίνα που παίζεται»!

   Μια συνωμοσία που έστησε κάποιος πονηρός για να μπορέσει να πατάξει την αγωνιστικότητα όλων αυτών που ζωσμένοι με τα φυσεκλίκια τους, πολεμούν χρόνια τώρα την αδικία, την φτώχεια και την εκμετάλλευση. Αλλά αυτοί, οι ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ, τον πήραν χαμπάρι. Τι νομίζανε δηλαδή; Επειδή δηλώνουν γιατροί, μπορούν να λένε ότι θέλουν; Γιατί αυτοί, οι ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ, είναι πιο πονηροί!

   Η οργή ξεχείλισε μέσα μου. Τ’ αυτιά μου κόκκινα. Οι γροθιές μου αυτονομήθηκαν κι άρχισαν να σφίγγονται μόνες τους! Οι λέξεις άγριες και πιο βρώμικες απ’ τις βρισιές, έτοιμες, πήραν τον δρόμο για έξοδο απ’ τα χείλη μου.

   «Τι λες ρε ηλίθιε μπάρμπα; Ποιος θέλει να σε κάνει να πειθαρχήσεις, σε τι και γιατί; Τι είναι αυτό το τόσο απείθαρχο που εσύ πρέσβευες και διακονούσες μέχρι τώρα που χρειάστηκε η επίκληση μιας πανδημίας και εκατοντάδων χιλιάδων νεκρών απλά και μόνο για να κάμψουν την … αντίστασή σου; Σε ποιον αγώνα συμμετείχες και πόσες μάχες κέρδισες έως σήμερα; Πότε, που, γιατί και σε τι πάλεψες;»

   «Εσύ και όλοι σαν εσένα που δεν γύρισαν κουβέντα ποτέ στα όσα συμβαίνουν γύρω τους; Που κλέβουν τον γείτονα και εσείς κλείνετε τα παράθυρα για … «να μην μπλέξετε»; Που ψοφάτε να παραδώσετε την ζωή σας στον πρώτο τυχόντα που θα σας υποσχεθεί ότι θα «αναλάβει να ρυθμίσει αυτός τα πάντα, κι εσείς θα … κάααααθεστε». Που πειθαρχήσατε και σπεύσατε μαζικά να ψηφίσετε κάποιους που σας είπαν ότι θα πάρουμε την … Αγιά Σοφιά; Ή κάποιους άλλους που σας είπαν ότι θα σας … χαρίσουν όλα τα δάνεια που είχατε πάρει;»

   «Εσείς όλοι που είσαστε σίγουροι ότι η μαμή του χωριού σας είναι περισσότερο καταρτισμένη από τον νεαρό γιατρό του Κέντρου Υγείας;» «Εσείς που διαλαλείτε με στεντόρεια φωνή και αγωνιστική έπαρση ότι δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από το να φορέσετε μια χειρουργική μάσκα, όταν βρίσκεστε με άλλους ανθρώπους για κάποιες ώρες;»

   «Η μήπως εσείς, οι ίδιοι που σας ενοχλεί η χειρουργική μάσκα των 50λ, που τρέχετε να αγοράσετε υφασμάτινες, σταμπωτές, TRENDY, μάσκες με 10, 20, 50 & 100€;». Δεν θες ρε ντενεκέ να φορέσεις μάσκα; Μην  φοράς. Δεν θέλεις να πιστέψεις στην επικινδυνότητα αυτού που χιλιάδες διακεκριμένοι επιστήμονες, παλεύουν απεγνωσμένα να νικήσουν; Ωραία. Μην βάζεις σε κίνδυνο όμως τις ζωές άλλων ανθρώπων. Μείνε σπίτι σου και πες στον καθρέφτη σου ότι αγωνίζεσαι και πολεμάς τους συνωμότες». Μπορεί ο καθρέφτης να σε πιστέψει»!

    Μετά όμως, θες ότι ήρθε η σειρά μου στο ΑΤΜ, θες η ψύχρα, έσφιξα τα χείλια μου και κατάπια τα λόγια που πάλευαν να εκτοξευθούν με μανία εναντίον του ΑΓΩΝΙΣΤΗ. Το μυαλό μου, αυτό το λίγο που δεν είναι ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ σαν των δύο αυτών συνανθρώπων μου, μπήκε σε μια σειρά και θυμήθηκα την γιαγιά μου την Χαρίκλεια που έλεγε:

           «Μην ασχολείσαι με τσ’ χαζοί, με ντ’ γκοσιά να κόβ’ς δε σώνοντι»

   Τέλειωσα την συναλλαγή μου, έκανα μεταβολή, μπήκα στ’ αμάξι κι έφυγα.

Δημήτριος Χρ. Κακαβάς