Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Κύπρος: Από την ανεξαρτησία στη διχοτόμηση

Δημοσιεύτηκε: Τετάρτη, 21 Απριλίου 2021 17:56 Κύπρος: Από την ανεξαρτησία στη διχοτόμηση

Γράφει ο φιλόλογος Χρίστος Γαληρόπουλος.

  ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ  ΑΓΩΝΑΣ: από την ανεξαρτησια στη διχοτόμηση (1955-1974)

Δυστυχώς 47 χρόνια μετά την εισβολή και την κατοχή ελληνοκυπριακού εδάφους υπάρχουν συνάνθρωποί μας που παραγνωρίζουν την πραγματικότητα σε σημείο που κονιορτοποιούν ιδέες φιλελεύθερες, δημοκρατικές στο βωμό της ημιμάθειάς τους. Σε πείσμα των καιρών έχει ιδιαίτερη αξία να φωτίσουμε τα γεγονότα που οδήγησαν στην ελληνοκυπριακή τραγωδία στις 20 Ιουλίου 1974, τελευταίο και οδυνηρό για τον ελληνισμό έργο της δικτατορίας των συνταγματαρχών

                 Το 1955 ξεκίνησε ένοπλος αγώνας κατά της Βρετανικής Κατοχής του νησιού από τους ελληνοκύπριους κατοίκους υπό την ηγεσία της οργάνωσης ΕΟΚΑ με εντεταλμένο αρχηγό τον Κύπριο απόστρατο αξιωματικό του Ελληνικού στρατού Γεώργιο Γρίβα ή «Διγενή», η οποία έθετε ως στόχο την ενσωμάτωση της Κύπρου στο ελληνικό κράτος («Ένωσις»). Οι Τουρκοκύπριοι, μην επιθυμώντας την Ένωση του νησιού με την Ελλάδα, τάχθηκαν κατά της ανεξαρτησίας-ένωσης και συντάχθηκαν με τους Άγγλους. Η βρετανική πολιτική εκμεταλλεύτηκε το γεγονός και επιδίωξε την εμπλοκή στο ζήτημα του τουρκικού παράγοντα ο οποίος, επικαλούμενος την προστασία της τουρκοκυπριακής μειονότητας, επέτυχε να καταστεί ισότιμος συνομιλητής για τη διευθέτηση του προβλήματος. Όταν άρχισε να διαγράφεται η πιθανότητα ανεξαρτητοποίησης του νησιού από τους Άγγλους, το τουρκοκυπριακό αίτημα ήταν η διαίρεση του νησιού σε δύο κράτη («taksim»).

               Ένοπλοι Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι συγκρούονταν κατ' επανάληψη με νεκρούς και από τις δύο πλευρές. Το γενικό επιτελείο του τουρκικού στρατού δημιούργησε την οργάνωση ΤΜΤ με αξιωματικούς και όπλα του τουρκικού στρατού και Τουρκοκύπριους εθελοντές. Ένοπλοι Τουρκοκύπριοι σκότωσαν στο Κιόνελι το 1958 οκτώ ελληνοκύπριους εργάτες. Η ΕΟΚΑ κατά τη διάρκεια της δράσης της προχώρησε σε  σαμποτάζ κατά των Βρετανών οι οποίοι ενοχλημένοι από τη δράση της εκκλησίας εξόρισαν στις 9 Μαρτίου 1956 τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και τον Μητροπολίτη Κυρήνειας Κυπριανό στις Σεϋχέλλες για έναν χρόνο. Κατόπιν τους επετράπη να φύγουν από τις Σεϋχέλλες, όχι όμως και να γυρίσουν στην Κύπρο.

              Στο διάστημα αυτό η κυβέρνηση των Αθηνών τηρούσε στάση παρατηρητή στα γεγονότα και δίσταζε να αναμιχθεί. Λόγω της βοήθειας που είχε προσφέρει η Αγγλία στα κυβερνητικά στρατεύματα εναντίον των κομμουνιστών από την απελευθέρωση και μετά οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν ήθελαν να αντιπαρατεθούν μαζί της. Η κοινή γνώμη όμως και η Εκκλησία ήταν στο πλευρό των Ελληνοκυπρίων και του Μακάριου, γεγονός που δημιουργούσε πίεση στους πολιτικούς. Στο μεταξύ η Αγγλία για να αντιμετωπίσει την επανάσταση, αποστέλλει νέο κυβερνήτη στο νησί, το Στρατάρχη Χάρντιγκ με απεριόριστη εξουσία και πάνω από δεκαοχτώ χιλιάδες βρετανούς στρατιώτες με μηχανοκίνητα και ειδικές δυνάμεις.

            Το 1958 ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Μακμίλλαν προβάλλει νέο σχέδιο με διατύπωση βασικών σημείων διχοτομήσεως. Το σχέδιο εφαρμόζεται μονόπλευρα από άγγλους και τουρκοκυπρίους, προκαλώντας την επέμβαση του Γ.Γραμματέα του ΝΑΤΟ Σπαάκ, ο οποίος προτείνει κάποιες τροπολογίες σε συνεργασία και με την ελληνική κυβέρνηση. Και η μεσολάβηση όμως αυτή ναυαγεί, μετά από άρνηση της Βρετανίας.

            Το ίδιο χρονικό διάστημα και ενώ ο αγώνας συνεχίζεται με αμείωτη ένταση, όταν ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος που στο μεταξύ είχε επιστρέψει από την εξορία, προτείνει την ανεξαρτησία της Κύπρου. Οι Βρετανοί ενέδωσαν στον ελληνοκυπριακό αγώνα και συναίνεσαν στη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους. Το 1959 υπεγράφησαν μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας, Ελλάδας, Τουρκίας, ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής κοινότητας οι Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου, με τις οποίες ιδρυόταν ανεξάρτητο κράτος, η Κυπριακή Δημοκρατία.

 Οι Συνθήκες τέθηκαν σε ισχύ στις 16 Αυγούστου 1960. Η μεγάλη μερίδα της ελληνοκυπριακής πλειοψηφίας θεώρησε αυτή την εξέλιξη ως ένα οδυνηρό συμβιβασμό, που δεν ικανοποιούσε τους εθνικούς της πόθους και το αίτημα για αυτοδιάθεση και ένωση. Οι περισσότεροι έβλεπαν στην ανεξαρτησία ένα μεταβατικό στάδιο προς την πλήρη ένωση με την Ελλάδα. Και η τουρκοκυπριακή ηγεσία συνέχισε να προωθεί τα αρχικά της σχέδια, που ήταν ο πλήρης διαχωρισμός των δύο κοινοτήτων, η διχοτόμηση της Κύπρου και η ίδρυση ανεξάρτητου τουρκοκυπριακού κράτους (ή κράτους που θα μπορούσε στη συνέχεια να ενωθεί με την Τουρκία). Προς την κατεύθυνση αυτή εκμεταλλευόταν τα προνόμια που της έδιναν οι συνθήκες για να παρεμποδίζει τη λήψη σημαντικών αποφάσεων. Ο σκοπός ήταν να φανεί ότι το ενιαίο κράτος δύο εθνικών κοινοτήτων δεν μπορούσε να λειτουργήσει. Έτσι, η ανεξαρτησία της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν ανταποκρινόταν στα αιτήματα καμιάς από τις δύο εθνικές κοινότητες και υποσκάπτονταν και από τις δύο.

                   Η Μεγάλη Βρετανία από την πλευρά της, θέλοντας να δείξει πως μόνο με την κυριαρχία της στο νησί μπορούσαν να ζήσουν οι δύο κοινότητες ειρηνικά, δεν έβλεπε θετικά ούτε το ενιαίο ανεξάρτητο κράτος ούτε τη διχοτόμηση σε δύο ανεξάρτητα κράτη (ή κράτη που θα ενώνονταν με τις μητροπολιτικές χώρες των κοινοτήτων τους). Οι ΗΠΑ τέλος έβλεπαν με καχυποψία ένα νέο ανεξάρτητο κράτος στην Ανατολική Μεσόγειο, που έφευγε από την κυριαρχία μιας χώρας του ΝΑΤΟ και μπορούσε να προσχωρήσει στο Κίνημα των Αδεσμεύτων ή ακόμα και στη σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης.

                    Παρά την ανεξαρτησία δεν διαλύθηκαν οι ελληνοκυπριακές και τουρκοκυπριακές ένοπλες ομάδες, οι οποίες συνέχισαν τη δράση τους. Επιπλέον το προβληματικό Σύνταγμα αντέχει μόλις 3 χρόνια  όταν ο Μακάριος προτείνει 13 σημεία τροπολογίας των συμφωνιών εγκαθίδρυσης. Οι τουρκοκύπριοι αντιδρούν αποχωρώντας από τον κρατικό μηχανισμό και δημιουργώντας σ’ όλο το νησί διάσπαρτους στρατιωτικούς θύλακες, οι οποίοι εξοπλίζονται από την Τουρκία. Οι συμφωνίες έχουν τιναχθεί στον αέρα. Το 1964 εκτελούνται στρατιωτικές επιχειρήσεις και καταλαμβάνονται από τους τουρκοκυπρίους στρατηγικά σημεία , ενώ η τουρκική αεροπορία βομβαρδίζει και καίει ελληνικά χωριά στη Τηλλυρία, στη Βορειοδυτική Κύπρο.   

            Προς αντιμετώπιση του τουρκικού κινδύνου η ελληνική κυβέρνηση του Γεώργιου Παπανδρέου εκτελεί μια στρατηγικής σημασίας κίνηση, αποστέλλοντας μυστικά μια ολόκληρη μεραρχία στρατού πλήρως εξοπλισμένη.  Οι τουρκοκύπριοι βρίσκονται σε απελπιστική θέση και θεωρούν την Ένωση ως τετελεσμένο γεγονός.   Οι Η.Π.Α προτείνουν ένα σχέδιο  ως λύση που προέβλεπε Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και παραχώρηση μιας βάσης στην Τουρκία με εκμίσθωση.  Η Ελληνική κυβέρνηση αποδέχεται τη πρόταση, ενώ ο Μακάριος την αρνείται. Η Τουρκία απειλεί ανοικτά με εισβολή και αναμένει την αφορμή για να το πράξει.

                        Η αφορμή βέβαια δεν αργεί να παρουσιαστεί, όταν μετά το ναυάγιο των συνομιλιών του  ’68 και ’72 , διενεργείται πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου από μερίδα Κυπρίων με την υποκίνηση της Χούντας στις 15 Ιουλίου του ΄74. Τον Ιούλιο και Αύγουστο του 1974, ο αναβρασμός που επικρατούσε στην Κύπρο έφθασε στα όρια έκρη­ξης. Το κίνημα εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακα­ρίου που είχε υποθάλψει η χούντα της Αθήνας και η τουρκική εισβολή που ακολούθησε τραυμάτισαν βα­θύτατα τις μετέπειτα σχέσεις των πέντε χωρών που είχαν άμεσα εμπλακεί: Κύπρος, Ελλάδα, Τουρκία, Βρετανία και ΗΠΑ. Το ιστορικό των εξελίξεων της περιόδου παραμένει αποσπασματικό και πολλές πτυχές παραμένουν ακόμη άγνωστες.

 Η κυπριακή κρίση του 1974 αποτελεί  χαρακτηριστικό παράδειγμα της μεταβαλλό­μενης αμερικανικής επιρ­ροής στην Ελλάδα και την Τουρκία. Μένει μερικώς αναπάντητο το ερώτημα σχετικά με το βαθ­μό κατά τον οποίο η αμερικανική «ανικανότητα» το 1974 αναφορικά με το κίνημα που είχε υποθάλψει η Ελλάδα για την ανατροπή το Αρχιεπισκόπου Μακάριου και η συνακόλουθη  τουρκική εισβολή που ακολούθησε δεν ήταν μόνο αποτέλεσμα αδυναμίας ή απροθυμίας χρήσης μοχλών επιρροής που την εποχή εκείνη ήταν στη διά­θεση των Η.Π.Α. και του Χένρυ Κίσσινγκερ αλλά και η μεγαλύτερη πληγή του ελληνισμού έως σήμερα με 1619 αγνοούμενους Ελληνοκύπριους.

 

Χρίστος  Π.  Γαληρόπουλος
Msc. Φιλόλογος Α.Π.Θ.