Θα ξεφτιλίσουμε και τις πανελλαδικές;

Δημοσιεύτηκε: Τετάρτη, 23 Μαΐου 2018 07:08 Θα ξεφτιλίσουμε και τις πανελλαδικές;

Ποιος πολεμά τις εξετάσεις..... Γράφει ο Λεωνίδας Καστανάς.

Από τη δεκαετία του ’70 κάθε υπουργός παιδείας που ήθελε να σέβεται το λαϊκισμό του καταργούσε τις εξετάσεις εισαγωγής στα ΑΕΙ. Αλλά αυτές επέμεναν και παρέμεναν. Ανέκαθεν το συλλογικό φαντασιακό του έθνους ήθελε τον κάθε απόγονο φοιτητή της Ιατρικής εκτός και αν δεν άντεχε στη θέα του αίματος οπότε μπορούσε να βολευτεί με μια θέση στο Πολυτεχνείο ή τη Νομική. Με μια δεύτερη σκέψη καταλάβαινε ότι αυτό δεν ήταν προς το συμφέρον του.

Διότι δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα μπορεί και να τελειώσει αν δεν έχει τις απαιτούμενες ικανότητες και κυρίως τη θέληση. Από την άλλη, γιατί όλοι και όλες να γίνονται γιατροί ακόμα κι αν δεν το αξίζουν; Γιατί το δικό του χαρισματικό και εργατικό παιδί να εξομοιώνεται με τον κάθε τυχόντα; Έτσι το αίτημα της κατάργησης ποτέ δεν έγινε λαϊκή απαίτηση και έμεινε μετέωρο. Η κάθε κοινωνία ακόμα και η ελληνική αποδέχεται την αριστεία τουλάχιστον ως μέσο δικής της επιβίωσης και προόδου. Τιμά τα ιδιαίτερα χαρίσματα, την προσπάθεια, την ευγενή άμιλλα. Εκείνο το αρχαίο «τα αγαθά κόποις κτώνται». Όχι όλη βέβαια. Η κοινωνία ατυχεί όταν οι αρνητές της προόδου ανεβαίνουν στην εξουσία.       

Σε όλον τον κόσμο, η εισαγωγή σε κάποια πανεπιστημιακή σχολή απαιτεί ένα βαθμό πρόσβασης ο οποίος αποκτάται και με κάποιου είδους αδιάβλητες ανακεφαλαιωτικές εξετάσεις στο τέλος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Μπορεί αυτές να διαφέρουν από τις δικές μας αλλά υπάρχουν. Κάποιες χώρες έχουν και άλλες διαδικασίες επιλογής εντός των σχολών μέχρι να καταφέρει ο φοιτητής/τρια να φτάσει στο πτυχίο. Η δυνατότητα οριζόντιας μετακίνησης εντός της σχολής επιτρέπει αλλαγές προσανατολισμού ανάλογα με τις επιδόσεις σε κάθε φάση. Με δυο λόγια αν δεν κάνεις για γιατρός γίνεσαι νοσοκόμος.

Οι εκπαιδευτικοί θεσμοί φροντίζουν να αξιολογούν αυστηρά τους υποψήφιους επιστήμονες όχι μόνο για το δημόσιο αλλά και για το ατομικό συμφέρον. Ο στόχος είναι να βγάλουν στην κοινωνία επαρκώς καταρτισμένους πτυχιούχους για να έχουν κατά το δυνατόν σωστούς και επιτυχημένους επαγγελματίες. Η γενικότερη κουλτούρα, η παιδεία, είναι συνάρτηση πολλών άλλων παραγόντων και όχι μόνο της τυπικής εκπαίδευσης.

Μετά τη μεταπολίτευση χάρις στη μηχανή ίδρυσης πολλών ανώτατων σχολών ολοένα και περισσότεροι απόφοιτοι Λυκείου έβρισκαν πρόσβαση στα ΑΕΙ κάθε κατηγορίας και ποιότητας. Ακόμα και με βαθμούς πολύ κάτω από τη βάση. Αυτός είναι και ο λόγος που μας λείπουν σωστοί τεχνολόγοι απαραίτητοι σε κάθε ανεπτυγμένη χώρα. Αλλά τι να τους κάνουμε όταν δεν διαθέτουμε παραγωγή και εφαρμοσμένη έρευνα; Παράγουμε όμως επιστήμονες με τον τόνο. Μέχρι πρότινος οι περισσότεροι έβρισκαν κάποια σχετική δουλειά στην πατρίδα, σήμερα βρίσκουν στο εξωτερικό. Εμείς πάντως πληρώνουμε τις σπουδές τους για να απολαμβάνουν οι ξένοι τις υπηρεσίες τους. Και δεν ακούμε ούτε ένα ευχαριστώ. Όταν θα έρθει η ανάπτυξη θα εισάγουμε τεχνικούς από εκεί που εξάγουμε επιστήμονες.

Στην Ελλάδα έχουμε ένα προβληματάκι με την σοβαρή αξιολόγηση και γενικώς την αποφεύγουμε. Ακόμα και στις εξετάσεις διπλώματος οδήγησης. Έτσι αναπτύξαμε σταδιακά την άποψη ότι οι εξετάσεις και η αξιολόγηση των μαθητών είναι εξουσιαστικός και καταπιεστικός μηχανισμός, κάτι κακό που κάποια στιγμή πρέπει να  καταργήσουμε. Ο βαθμός και η «βαθμοθηρία» θεωρήθηκαν αντιπαιδαγωγικά. Το διαγώνισμα μια βάρβαρη δοκιμασία. Αυτή είναι μια ιδεολογική συνεισφορά κυρίως της εναλλακτικής αριστεράς που γρήγορα έγινε δημοφιλής. Οι καλές ιδέες ενθουσιάζουν το έθνος.

Έλα όμως που ήταν κομμάτι δύσκολο να τα καταργήσουμε έτσι στη ψύχρα μιας και ένα μέρος της κοινωνίας ήθελε να μετράει την επίδοση των παιδιών του. Έτσι τα διατηρήσαμε τυπικά αλλά τα ακυρώσαμε στην πράξη. Πώς; Με το να κάνουμε εικονικές τις σχολικές εξετάσεις, με θέματα λίγο πολύ γνωστά και να πριμοδοτούμε όλους και όλες με βαθμούς πολύ μεγαλύτερους από αυτούς που αξίζουν. Η σημερινή κατάντια της βασικής μας εκπαίδευσης οφείλεται πρωτίστως σε αυτό. Αποκαταστάθηκε όμως η «αδικία». Όλα τα παιδιά του λαού θριαμβεύουν.

Το γεγονός ότι οι περισσότεροι συμπολίτες μας πίστεψαν στη δυνατότητα της χώρας να εκβιάσει ολόκληρο τον κόσμο ώστε να παρακαλά να τη δανείσει είναι απότοκο της εμπεδωμένης πεποίθησης ότι η μέτρηση και η αξιολόγηση, ο βαθμός, δεν έχουν καμιά πραγματική αξία. Απλά τα ανεχόμαστε. Αυτό το μαθαίνουν στο σχολείο κάθε βαθμίδας. 

Ο μαθητής ξέρει ότι, διαβάσει δεν διαβάσει, γράψει δεν γράψει θα πάρει έναν αξιοπρεπή βαθμό και δεν θα χρειαστεί να επαναλάβει την τάξη ακόμα και αν είναι παντελώς αδιάφορος. Το σχολείο βάζει νερό ακόμα και στην ελλιπή παρακολούθηση φροντίζοντας να κάνει τα στραβά μάτια όταν κάποιος/α ξεπερνά το όριο των απουσιών. Ο στόχος είναι ένας. Όλοι να πάρουν ένα καλό απολυτήριο, αξίζουν δεν αξίζουν. Γι’ αυτό και σήμερα δεν αξίζει σχεδόν τίποτα. Το πράγμα κόλλαγε κατά την μετάβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Κανείς δεν μπορούσε να εμπιστευτεί το βαθμό του απολυτήριου μετά από ενδοσχολικές εξετάσεις μιας και είναι εν πολλοίς υποκειμενικός και ο βαθμός δυσκολίας προφανώς διαφέρει. Για να μην πούμε ότι η πλειοψηφία των διδασκόντων δεν ξέρει να αξιολογεί σωστά. Πού να το μάθει;

Έτσι καταλήξαμε λογικά στις κεντρικές πανελλαδικές και τις αναδείξαμε ως τη μητέρα των μαχών. Ήταν μια κάποια λύση, σίγουρα αδιάβλητη και αποδεκτή από όλους. Τώρα αν εξετάζει την απομνημόνευση ή την κριτική σκέψη να μου επιτρέψετε να μην αναφερθώ. Είναι άλλης τάξης πρόβλημα που όμως αντιμετωπίζεται. Γράφω μόνο ένα. Τα θέματα των μαθηματικών, της φυσικής, της χημείας ή της πληροφορικής δεν λύνονται από καθηγητές αυτών των ειδικοτήτων αν δεν έχουν πολυετή εμπειρία στη διδασκαλία της συγκεκριμένης εξεταστέας ύλης. Αυτό, μιας και μιλάμε για εμβάθυνση και κρίση. Μα πόσο βάθος πια να αντέξει αυτός ο τόπος;

Όσοι επικαλούνται την κατάργηση προβάλουν εκτός από την «καταπίεση» των εφήβων και τη βάσανο των φροντιστηρίων. Σε όλο τον κόσμο υπάρχουν αλλά εδώ είναι περισσότερα και εξόχως απαραίτητα. Δεν είναι παράλογο ο μαθητής/τρια να πηγαίνουν το πρωί στο σχολείο για να επαναλάβουν την προς εξέταση ύλη το απόγευμα, πληρώνοντας διπλά; Φυσικά αυτό αρχίζει από την Α Λύκειου μιας και οι «καλές βάσεις» είναι απαραίτητες. Δεν μιλάμε για παραπαιδεία αλλά για Παιδεία υψηλών προδιαγραφών που εξοπλίζει τα παιδιά του κόσμου με γνώσεις και δεξιότητες στα πλαίσια πάντοτε του υπάρχοντος συστήματος. Αν τα θέματα γίνουν εργαστηριακά ή «βαθιά κριτικά» ή κάτι άλλο τα φροντιστήρια θα προσαρμοστούν αναλόγως με τον καλύτερο τρόπο. Είναι μια εκπαιδευτική δομή που καλύπτει πραγματικές ανάγκες.  

Διότι το υπάρχον δημόσιο σχολείο δεν μπορεί να τις καλύψει. Και το ιδιωτικό τις καλύπτει όταν μετατρέπεται ουσιαστικά και παρά το νόμο σε φροντιστήριο. Και δεν μπορεί για τρεις τουλάχιστον λόγους.

1. Ο αριθμός και η διάθεση των μαθητών: Η σχολική τάξη έχει πολλά παιδιά διαφόρων ταχυτήτων και κυρίως ορέξεων. Ένας ή μια να μη θέλουν τινάζουν το μάθημα στον αέρα. Στο φροντιστήριο, ακόμα και την παλιά εποχή των μεγάλων τμημάτων, δεν ακούγεται κιχ διότι όλοι πηγαίνουν μόνο για να παρακολουθήσουν και να μάθουν. Δεν πηγαίνουν τυπικά και υποχρεωτικά όπως στο σχολείο. Αυτό θα μπορούσε να διορθωθεί αν το σχολείο εγκατέλειπε την δήθεν αντιαυταρχική φιλοσοφία και μετέτρεπε τη χαλαρή σχολική τάξη σε εργαστήριο γνώσης. Και φυσικά, αν διέθετε ολιγομελή και ομοιογενή τμήματα.

2. Η μια σχολική χρονιά δεν επαρκεί χρονικά. Οι μέρες πραγματικής διδασκαλίας στο δημόσιο σχολείο δεν ξεπερνούν τις 160. Γι' αυτό και οι μαθητές προετοιμάζονται στα φροντιστήρια από τη Β λυκείου. Και αυτό διορθώνεται αν η εξεταστέα ύλη μοιραστεί στις δύο τελευταίες τάξεις πράγμα που θα της επιτρέψει και να αυξηθεί ως όφειλε.

3.  Οι διδάσκοντες πρέπει να αξιολογούνται συνεχώς για τη συγκεκριμένη ύλη ώστε να ελέγχεται η επάρκειά τους. Τόσο στο γνωστικό όσο και στο διδακτικό μέρος. Όχι μόνο από τους οικείους θεσμούς αλλά και από τους μαθητές τους, δηλαδή την «αγορά». Αυτό φαντάζει αδύνατο μιας και η σχετική κουλτούρα φτάνει μόνο μέχρι την αυτοαξιολόγηση (sic). Χωρίς το σωστό δάσκαλο το σχολείο είναι αδύνατον να δουλέψει σε υψηλό επίπεδο. Και στην Ελλάδα για τα μόνα που σίγουρα δεν ενδιαφέρεται η διοίκηση είναι η ποιότητα της διδασκαλίας των εκπαιδευτικών και η πραγματική πρόοδος των μαθητών.

Οι τρεις αυτοί λόγοι έχουν βγάλει το σχολείο από την κούρσα της προετοιμασίας για την επόμενη βαθμίδα και έχουν εναποθέσει τις ελπίδες στο φροντιστήριο. Η όποια διόρθωση δεν θα καταργήσει τα φροντιστήρια, θα τα μειώσει.

Οι πανελλαδικές εξετάσεις δραματοποιούνται και για ένα άλλο λόγο, τον σημαντικότερο. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση δίνει τη δυνατότητα σε κάθε φοιτητή/τρια να πάρει πτυχίο αν βέβαια το επιθυμεί. Ο άπειρος χρόνος φοίτησης, οι πολλές εξεταστικές, η έλλειψη οριζόντιας μετακίνησης, η αντιγραφή, η αγορά των εργασιών, η «διαρκής επανάσταση» και κυρίως η ανοχή των διδασκόντων, δηλαδή το συνολικό πνεύμα χαλαρότητας που ευδοκιμεί στις περισσότερες σχολές, κάνουν δυνατή την πρόσβαση στο πτυχίο. Συνεπώς, άμα μπεις θα βγεις. Άρα οι πανελλαδικές γίνονται εκ των πραγμάτων η μητέρα των μαχών. Καλώς ή κακώς, δεν μπορούμε αλλιώς. Εκτός και αν τα ξεφτιλίσουμε όλα. Πολιτική βούληση και γι’ αυτό πάντως υπάρχει.

Η αξιολόγηση είναι το σημαντικότερο στάδιο της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Εκπαιδεύει διότι δοκιμάζει τα πάντα. Κατανόηση, κρίση, ρίσκο, επιλεκτική ικανότητα, ταχύτητα, ψυχραιμία, θέληση, αποτελεσματικότητα, σαφήνεια. Αυτά δηλαδή που δεν είναι και τόσο δημοφιλή στη χώρα μας. Αυτό το έχει εμπεδώσει ο κάθε λαϊκιστής και ψάχνει τρόπους να ακυρώσει την αξιολόγηση και την αριστεία. Του χαλάνε την πιάτσα. Του ακυρώνουν την καθολική λουμπενοποίηση τους έθνους που είναι και ο στόχος του.

Ευτυχώς ένα μέρος της κοινωνίας αντιστέκεται. Τιμή στα παιδιά που προσπαθούν, που λιώνουν πάνω από τα βιβλία, ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Μαθαίνουν να αγωνίζονται, να προοδεύουν και να νικούν. Τα παιδιά νικούν όταν μαθαίνουν.         

Λεωνίδας Καστανάς
Εκπαιδευτικός
Προσαρμοσμένη αναζήτηση