Η Άλωσις της Κωνσταντινουπόλεως (του Ηλία Τριανταφύλλου)

Δημοσιεύτηκε: Δευτέρα, 21 Μαΐου 2018 16:21 Η Άλωσις της Κωνσταντινουπόλεως (του Ηλία Τριανταφύλλου)

Γράφει ο συγγραφέας - ερευνητής Ηλίας Τριανταφύλλου... (Από το Αρχείον μου «Σημαντικά γεγονότα της Ιστορίας μας»)

Όταν ο Μωάμεθ ο Β΄ επρότεινεν εις τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνον Παλαιολόγον,να εγκαταλείψη την Πόλιν και αντ’αυτού να τον κάνη Δεσπότην του Μυστρά και Άρχοντα του Μωριά όλου,ο Αυτοκράτωρ του έδωκε την περίφημον απάντησιν,η οποία θα μείνη εις την αιωνιότητα και θα αποτελή παράδειγμα και δίδαγμα δια τους νεωτέρους Έλληνας.

«Το ότι δε την Πόλιν σοι δούναι,ούτ’εμόν εστίν,ούτ’άλλου των κατοικούντων εν ταύτη.Κοινή γαρ γνώμη,πάντες αποθανούμεν αυτοπροεραίτως και ού φεισόμεθα της ζωής ημών».

29η Μαϊου 1453. Αποφράς δια το Έθνος μας επέτειος. Τραγική αλλά και αναπόφευκτος δια την ιστορίαν της Φυλής μας, ημέρα Τραγική διότι εσήμανε την πτώσιν της Βασιλίδος των πόλεων και την διάλυσιν του Ελληνικού Βυζαντινού Κράτους.Αναπόφευκτος ,διότι ήτο μοιραίον μια αυτοκρατορία, η οποία επι πλέον των χιλίων ετών ελάμπρυνε, δια της παιδείας, της τέχνης,του πλούτου και της μεγαλοπρεπείας αυτής την Ευρώπην όλην και υπήρξε το μόνον της ηπείρου μας προπύργιον,αγωνιζομένη και κατανικώσα πάντα εχθρόν προς Δυσμάς,προς Βορράν και προς Ανατολάς,ήτο μοιραίον ,να εξαντληθή μίαν ημέραν ,να εξασθενήση,να καταβληθή και τελικώς να υποκύψη,αφού ουδείς των ευεργετηθέντων,εν τη πράξει, την εβοήθησεν,όταν και όπως έπρεπεν.

Επί χίλια όλα έτη,η Πόλις του Κωνσταντίνου είχε ζήσει μίαν από τας λαμπροτέρας περιόδους,τας οποίας εγνώρισεν ποτέ η ιστορία  και δια του πλούτου,της δυνάμεως και της στρατιωτικής και πολιτικής οργανώσεώς της απετέλεσε το σημαντικώτερον κέντρον του τότε πολιτισμένου κόσμου και υπήρξεν ο φωτεινός πνευματικός φάρος εις το μέσον βαρβάρων και  αμορφώτων φυλών,τας οποίας κατέπληξε δια της λεπτότητος της σκέψεως,της τέχνης και του λόγου της. Μετά ένδεκα όμως αιώνας συνεχούς ακτινοβολίας,δεν ήτο δυνατόν ειμή να σημάνη και δια την Βασιλίδα των πόλεων,η ώρα της κάμψεως και της παρακμής,όταν μάλιστα την είχαν εγκαταλείψει οι βασιλείς και οι πάπες της Δύσεως προς την οποίαν τόσα προσέφερεν……….. Οι μακροί εξωτερικοί αγώνες εξησθένησαν από τας βάσεις του το κράτος,το οποίον τέλος μετά μιαν τελευταίαν αναλαμπήν,κατέπιπτεν υπο τα πλήγματα  των βαρβαρικών στιφώντης,αφού όμως κατώρθωσεν  έστω και αποθνήσκον,να δείξη εις την Δύσιν τον δρόμον της Αναγεννήσεως και να βοηθήση αυτήν εις την τάσιν της αναζωογονήσεως των κλασσικών σπουδών. Όλαι αι προσπάθειαι,κυρίως από μέρους των Ελλήνων, προς διάσωσιν της Αυτοκρατορίας απέβησαν μάταιαι.Ουδεμία δύναμις ηδύνατο πλέον να ανακόψη την φοράν των πραγμάτων.Ο ιστορικός της αλώσεως Κριτόβουλος ο Ίμβριος,μαρτυρεί την επικειμένην καταστροφήν της Βασιλευούσης. Και ο Νικόλαος Πολίτης παρατηρεί ότι, «κατά τους τελευταίους προ της αλώσεως χρόνους,τα περί του μέλλοντος μαντεύματα ήσαν απαίσια και προανήγγελλον όλεθρον και καταστροφάς….απο πολλού δε χρόνου προ της αλώσεως της πρωτευούσης του Κράτους,εφέροντο χρησμοί περί της επικειμένης καταστροφής».( παραδόσεις,τόμος Β΄).

Η πολιορκία και η άλωσις της Κωνσταντινουπόλεως,είναι από τα σημαντικώτερα γεγονότα της νεωτέρας ιστορίας,αι δε συνέπειαι είχον απήχησιν εις όλον τον τότε γνωστόν κόσμον. Αι πηγαί αι οποίαι μας περιέσωσαν τας σχετικάς περιγραφάς είναι πολυάριθμοι και πλούσιαι εις πληροφορίας, αφθόνους δε ειδήσεις μας αφήκαν αυτόπται μάρτυρες και σύγχρονοι ή μεταγενέστεροι χρονογράφοι,οι οποίοι είναι όχι μόνον Έλληνες άλλά και Τούρκοι,Φράγκοι και Σλαύοι. Οι αφηγήσεις των είναι τόσον λεπτομερειακαί,ώστε είναι δυνατόν,ακριβώς κάποιος να αναπαραστήση την ιστορίαν των δύο μηνών της πολιορκίας. Οι ιστορικοί όμως οι οποίοι παρουσιάζουν το μεγαλύτερον ενδιαφέρον είναι αναμφιβόλως οι τέσσαρες μεγάλοι Βυζαντινοί ιστορικοί των χρόνων της αλώσεως, ήτοι ο Φραντζής,ο Δούκας,ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης και ο Κριτόβουλος ο Ίμβριος,των οποίων οι αφηγήσεις,συμπληρούν αλλήλας και ούτω παρέχουν την σπανίαν τύχην εις τον Έλληνα ιστορικόν,όπως παρακολουθήση μετά συγκινήσεως ώραν προς ώραν,αν μη στιγμήν προς στιγμήν την τραγικήν εξέλιξιν των γεγονότων.Εις δε τις πολύτιμες αυτές πηγές,πρέπει επίσης να προστεθή και άλλη, μέχρι τώρα άγνωστος αφήγησις,η οποία περιέχεται εις ανέκδοτον μακράν ιστορίαν αγνώστου ,αλλά καλώς πληροφορημένου συγγραφέως,η οποία σώζεται εις τον ανέκδοτον Βαρβερινόν Ελληνικόν Κώδικα,υπ’αριθμ.111 της Βατικανής Βιβλιοθήκης.

Τα γεγονότα τα οποία προηγήθησαν και εκείνα τα οποία επικολούθησαν την άλωσιν της Κωνσταντινουπόλεως, έχουν ιστορηθή από τους ανωτέρω χρονικογράφους με πάσαν ακρίβειαν και πάσαν λεπτομέρειαν,όπως και εκείνα τα οποία διεδραματίσθησαν κατά τας τραγικας ημέρας της αλώσεως της Πόλεως.Η ωραιοτάτη και λεπτομερής σχετική περιγραφή , του Σλουμπερζέ,η οποία απηχεί τας περιγραφάς των αυτοπτών χρονικογράφων,παρέχει όντως πιστήν εικόνα των όσων διεδραματίσθησαν.

Ο ως άνω άγνωστός μας συγγραφεύς,αρχίζει την διήγησίν του , εις τον 111 Κώδικα,με την αναφοράν του εις τα της ανώδου του Μωάμεθ εις τον θρόνον,τονίζων την μεγάλην αυτού επιθυμίαν,όπως γίνη κύριος της Κωνσταντινουπόλεως.Προς τον σκοπόν αυτόν,λέγει,ευθύς ως ανέλαβε την κυβέρνησιν του Τουρκικού Έθνους συνεκέντρωσεν ισχυράς δυνάμεις και,μη τολμών να επιτεθή απ’ευθείας κατά του Βυζαντίου,προσεποιήθη ότι παρεσκευάζετο να εκστρατεύση κατά της Ουγγαρίας,ενώ εις την πραγματικότητα,όπισθεν της φαινομενικής και απατηλής αυτής προθέσεως,υπεκρύπτετο η αληθής διάθεσις,όπως στραφή κατά της Βασιλευούσης.  Όπως βλέπομεν,ο συγγραφεύς ευθύς εξ αρχής,παρουσιάζει τον Μωάμεθ ως πανούργον και δόλιον,με το να χρησιμοποιή παραπειστικά μέσα προς παραπλάνησιν των Βυζαντινών,επι του χαρακτηρισμού δε αυτού επανέρχεται ο συγγραφεύς πολλάκις. Τας δυνάμεις του κατακτητού,ο άγνωστος χρονικογράφος,αναβιβάζει εις τετρακοσίας χιλιάδας,ενώ άλλοι τας αναβιβάζουν εις τριακοσίας χιλιάδας.Οι πληροφορίες των διαφόρων πηγών ποικίλλουν αναλόγως των προθέσεων των συγγραφέων,οι οποίοι άλλοτε μεν επιμένουν να αποδείξουν πολυάριθμα και ισχυρότατα τα επελθόντα εχθρικά στρατεύματα,ώστε να εξηγήσουν και να δικαιολογήσουν την πτώσιν της Πόλεως,άλλοτε δε αντιθέτως,παρουσιάζουν τον εχθρόν με δυνάμεις μάλλον περιωρισμένες,δια να πείσουν τους Ευρωπαίους βασιλείς και τον Πάπαν,να αναλάβουν αγώνα κατά των Τούρκων,προς απελευθέρωσιν του Βυζαντινού Κράτους,με την βεβαιότητα ότι ο εχθρός θα εκάμπτετο ταχέως. Αφού ο άγνωστος συγγραφεύς ανέφερε τας δυνάμεις των Τούρκων,συνεχίζει με την περιγραφήν της ενάρξεως των εχθροπραξιών με λεπτομέρειες της προπαρασκευής,των όπλων και των μέσων,τα οποία διέθετον οι επιδρομείς.Περαιτέρω περιγράφει τους συνεχείς αγώνας μεταξύ των αμεινομένων και των επιτιθεμένων και προσθέτει ότι οι Τούρκοι έκαναν χρήσιν μεγάλης «λουμπάρδας»,(δηλ.Κανονίου), της οποίας το βόλι είχε περίμετρον ένδεκα πιθαμών,η οποία «έδερνε» τον πύργο «Βατνίνεο»,πλησίον της πύλης του Ρωμανού.Προσθέτει δε,ότι όλαι αι αλλεπάλληλοι προσβολαί έμειναν άνευ αποτελέσματος,διότι οι πολιορκούμενοι ανθίστατο ερρωμένως,επιφέροντες σημαντικάς καταστροφάς εις τους Τούρκους.  Μας αναφέρει επίσης ότι από το μέρος της θαλάσσης,η είσοδος ήτο κλεισμένη με «μίαν άλυσσον χονδρήν,την οποίαν έβαλεν ο βασιλεύς από την μίαν μερέαν του γιαλού έως την άλλην  και έκλεισε τον λιμιώνα  δια να μην εμπή μέσα η αρμάδα,τα κατεργα του σουλτάν Μεχεμέτη. Δυστυχώς όμως ευρέθη ένας «αρνιγάδος=προδότης»Ιταλός και Χριστιανός πρώτα,,ο οποίος είπεν εις τον σουλτάν μεχεμέτην,ότι εγνώριζε πώς να μεταφέρη την αρμάδα εις τον Γαλατά της Πόλεως.Και αφού έλαβε την άδειαν,επέρασε τα κάτεργα όλα από τα πλάγια  της στερεάς,χωρίς ουδέν να υποστή ζημίαν .  Η μαρτυρία αυτή του χρονικογράφου είναι εξαιρετικής σημασίας και απαντά εις  πολλά ερωτηματικά σχετικά με την έκβασιν του αγώνος.Συνεχίζων ,μας λέγει ότι πάσαι αι προσπάθειαι των επιτιθεμένων και από θαλάσσης,απέβησαν άκαρποι,διότι οι Έλληνες ημύνοντο αποφασιστικώς μεταφέροντες δυνάμεις προς το μέρος εκείνο, τον Γαλατάν, και απέκρουον τον κίνδυνον και «ετζακίζανε» τα κουπιά των κατέργων με λουμπάρδες και «εσκοτώνασι» πολλούς Τούρκους.Πλέον των δέκα χιλιάδων Τούρκων εύρον τότε τον θάνατον εκεί.Καταφανής είναι ακόμη η προσπάθεια του συγγραφέως να εξάρη την ανδρείαν και τα κατορθώματα των Ελλήνων και ιδία του Αυτοκράτορος,τον οποίον παρουσιάζει γενναίον και αποφασιστικόν, έναν δεύτερον Αχιλλέαν,ταυτοχρόνως όμως,υπο της μοίρας καταδιωκόμενον.

Ο συγγραφεύς προχωρών περαιτέρω,αναφέρει και άλλας λεπτομερείας του αγώνος και απαριθμεί τις τεράστιες απώλειες,τις οποίες υπέστηησαν οι Τούρκοι,πράγμα το οποίον κατεθορύβησε τον Σουλτάνον, ο οποίος κατέφυγεν εις νέες δολιότητες.Προσεποιήθη ότι επεδίωκε την φιλίαν των Ελλήνων προτιθέμενος, δήθεν,να εγκαταλίπη την πολιορκίαν,αλλά εις την πραγματικότητα,όπως επτεθή και πάλιν εξαπίνης.Αλλά  οι Έλληνες και ο Βασιλεύς,επειδή εγνώριζαν ότι αυτά τα λόγια ήσαν ψευδή, ουδέν από αυτά επίστευσαν. Συναχίζων την περιγραφήν της αμύνης των πολιορκουμένων ο χρονικογράφος, επιμένει εις το να υπογραμμίση  την μεγάλην διαφοράν δυνάμεων των δύο παρατάξεων,η οποία τελικώς συνετέλεσε τα μέγιστα και κατά ένα τρόπον απέβη μοιραία δια τους Βυζαντινούς.Λέγει,ότι εφόνευον οι Χριστιανοί πολλούς Τούρκους,αλλά παρατηρεί «Και τούτο τι άξιζε,όπου αν εσκοτώνανε δέκα,αυτοί ερχοντήσανε εκατό,όπου ήτο πλήθος πολλοί Αγαρινοί και οι πολεμιστάδες οι Βυζαντινοί Χριστιανοί ήσαν, όλοι όλοι χιλιάδες μόλις δέκα και κάτι,  πολύ λίγοι.Αλήθεια τι ήθελαν κάμει αυτοί εις το στόμα του λιονταριού,ή τι ημπορεί να κάμη μία ψίχα ψωμί εις το στόμα του αρκουδιού,ή τι ημπορεί να κάνη ένας άνθρωπος μοναχός εισέ χιλίους;». Παρά την τεραστίαν αυτήν διαφοράν,οι πολιορκούμενοι κατώρθωνον να αποκρούουν τας αλλεπαλλήλους εφόδους των επιτεθεμένων,ώστε και όταν κάπου κάπου ,οι Τούρκοι ανέβαινον εις τα τείχη ,οι πολιορκούμενοι τους έρριπταν κάτω και τους εσκότωναν.Ο συγγραφεύς εν τέλει,κατακρίνει δριμύτατα και καταδικάζει όσους κατά τας δυσχερείς εκείνας στιγμάς,ελησμόνησαν το καθήκον των και τας υποχρεώσεις των προς την Πατρίδα.Ολίγαι όμως αι εξαιρέσεις ,αι οποίαι δεν δύνανται να σκιάσουν ούτε να ελαττώσουν την λάμψιν του Ελληνικού Μεγαλείου των τραγικών εκείνων στιγμών. «Φυσικόν είναι –γράφει ο Αδαμαντίου εις την αφήγησίν  του-Η τελευταία νύξ της Κωνσταντινουπόλεως- ότι κατά την τρομεράν εκείνην ημέραν,όπως και προ αυτής,συνέβησαν πολλά επεισόδια λυπηρά,και δη αντεκλήσεις και έριδες μεταξύ των αρχηγών της αμύνης και αι αιώνιοι έριδες μεταξύ των Ενωτικών και Ανθενωτικών.Είναι φυσικόν να εγείρωνται διχόνοιαι εις στιγμάς κρισίμους αγωνίας και αι διχόνοιαι εκείναι κατελύπησαν ακόμη περισσότερον και σφόδρα ετάραξαν την τεθλημμένην ψυχήν του Αυτοκράτορος.Τα εξαίσια όμως,τα υπέροχα εν τη τραγική μεγαλοπρεπεία αυτών γεγονότα της μεγάλης εκείνης παραμονής,επέφερον υψηλήν εν τη απελπισία ένωσιν των ψυχών των ηρώων εκείνων ,οι οποίοι δεν έμελλον ίσως να ίδουν την επαύριον».

Μετά από διάφόρους άλλας λεπτομερείας ,αφορώσας εις την θέσιν των δύο στρατευμάτων,ο ιστορικός έρχεται εις τας παραμονάς της μεγάλης ημέρας της επιθέσεως.Ομιλεί δια το πολεμικόν συμβούλιον ,το οποίον συνεκάλεσεν ο σουλτάνος,δια να ακούση τις γνώμες των στρατηγών του.Υπεστηρίχθησαν τότε δύο γνώμες αντίθετες.Αφ’ενός,ο μέγας Βεζύρης Χαλήλ πασάς,εξέφρασε την γνώμην ότι έπρεπε να εγκαταλείψουν την περαιτέρω πολιορκίαν,ενώ αφ’ετέρου ο Ζαγάνος πασάς,εκηρύχθη υπέρ της αμέσου σφοδράς επιθέσεω. Ο Μωάμεθ ο Β΄,ο οποίος προς στιγμήν είχεν αποθαρρυνθή και απωλέσει την εμπιστοσύνην,ανέλαβε το θάρρος του και επανεύρε την αποφασιστικότητά του,κηρυχθής δε υπέρ της δευτέρας αυτής γνώμης,διέταξε εσπευσμένως προετοιμασίες δια την μεγάλην έφοδον,την οποίαν ώρισε να γίνη μεταξύ της νυκτός της 28 και 29 Μαϊου.Ο ιστορικός μας υποστηρίζει περαιτέρω την πληροφορίαν,ότι ο Χαλήλ πασάς ευρίσκετο εις στενήν επικοινωνίαν και ιδιαιτέραν συνεννόησιν μετά του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου,τον οποίον και ειδοποίησεν αμέσως περί των συμβάντων κατά το πολεμικόν συμβούλιον των Τούρκων.Παρείχεν  επίσης πολλές πληροφορίες και χαρακτηρισμούς περί του Μωάμεθ,των στρατηγών,ως και περί του Παλαιολόγου και των Ελλήνων στρατηγών και περί της οργανώσεως της αμύνης.
Και φθάνομεν εις την τελευταίαν νύκτα,δηλ.την παραμονήν της αλώσεως.Τα δύο μέρη παρεσκευάζοντο πυρετωδώς.Ο Μωάμεθ υπόσχεται πολλά εις τους στρατιώτας του,ο δε Παλαιολόγος προσπαθεί παντοιοτρόπως να ανασυντάξη και εμψυχώση τους ιδικούς του.Η οργάνωσις προσευχών και λιτανειών απετέλει κατά την εποχήν εκείνην κοινήν συνήθειαν εις το Βυζάντιον.Είναι γνωστόν ότι πολλάκις και δή εις στιγμάς κινδύνου ή άλλων αντιξόων περιστάσεων,περιέφερον εις διαφόρους πόλεις –προηγουμένων των ιερέων-τα άγια λείψανα και τας αγίας εικόνας, ψάλλοντες ταυτοχρόνως συγκινητικούς ύμνους και προσευχάς.Τούτο  εγένετο και κατά τας τραγικάς ώρας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.Οι κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως έφερον έως τα τείχη τας αγίας εικόνας  και την σεπτήν εις αυτούς Οδηγήτριαν,η οποία πολλάς φοράς είχε θαυματουργήσει και είχε σώσει την Πόλιν απο ασφαλή καταστροφήν.Και όπως προσθέτει ο Φραντζής, «μετά κλαυθμού αλλήλους ενεθαρρύνοντο ίνα ανδρείως αντισταθώσι τοις εναντίοις επί τη  ώρα της συμπλοκής-Φραντζής έκδ.Βόννης σελ.271-». Ιδιαιτέρως συγκινητική ήτο, κατά τις περιγραφές των ιστορικών και την παράδοσιν,η τελευταία ιερουργία  εις την περίφημον εκείνην Μητρόπολιν της Αγίας Σοφίας,η οποία τοσον μεγαλείον και δόξαν ειχε γνωρίσει εις το παρελθόν. Όλος ο πληθυσμός της άλλοτε υπερηφάνου Βασιλίσσης ,άνευ τινός διαφοράς,τάξεως ή καταγωγής,ο Βασιλεύς και οι άρχοντες και οι λοιποί μεγιστάνες και οι ευγενείς και οι πολεμισταί και ο λαός,με επί κεφαλής τους ιερείς,γονυκλινείς προσεύχονται και ενώνουν με κατάνυξιν ,τις προς τον Θεόν και την Παρθένον ικεσίες των. Ποιηκοτάτη είναι η σχετική περιγραφή του Σλουμπρεζέ «Η αγωνία εκείνη-γράφει-ενός τόσον παλαιού και παραδόξου Κράτους,εις την μεγαλοπρεπή εκκλησίαν αυτού,είναι τόσον μεγάλης ωραιότητος,ώστε το Ελληνικόν Έθνος δύναται  να είναι δι’αυτήν υπερήφανον.Οι τελευταίοι εκείνοι ύμνοι ικεσίας και πίστεως ,ψαλλόμενοι από ανθρώπους ,εις τους οποίους η ερχομένη αυγή έμελλε να φέρη τον θάνατον,θα αντηχούν μέχρι συντελείας των αιώνων εις πάσαν Ελληνικήν ψυχήν».Ο συγραφεύς φθάνει τέλος εις την περίφημον ομιλίαν του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου προς τους στρατιώτας του την παραμονήν της αλώσεως.Ιδιαίτερον ενδιαφέρον παρουσιάζουν όσα σχετικώς γράφει ο άγνωστος ιστορικός του Βαρβερινού Κώδικος: «Τότε έκραξεν ο Βασιλεύς όλους τους άρχοντες και τους καπετανέους και όλους τους άνδρες του πολέμου και τους επίλοιπους της χώρας και είπε:Θεωρώ αδελφοί μου,όλοι εμείς οπού εκαρτερούμε την ημέραν του πολέμου,πρέπει να ελπίζωμε εις τον Θεόν,αλλά και εις τα χέρια σας τα αντρειωμένα με τα άρματά σας, ότι εκείνο το πλήθος των Τουρκών των αγρίων και βαρβάρων,όπου τρέχουνε με μεγάλες φωνές και απετιούσι αμέτρητες σαϊτες, δεν σας βλάβουνε ποσώς,διατί έχετε άρματα σιδερά και καλά σκουτάρια.Και δια τούτο μη δειλιάσετε,αδελφοί μου από τους εχθρούς και κάμει χρείαν να είστε θαρσείς και ανδρείοι,διατί αυτοί οι εχθροί είναι ζώα,και ένας άνθρωπος διώχνει πολλά ζώα.Ούτως να τους αποδιώχνετε ωσάν ζώα,διατί και αυτός ο σουλτάνος έκαμε ωσάν ζό όπου είναι,όπου άφησε τον όρκον όπου είχαμε και έκαμε αμάχη άδικη και έδραμε από την Ανδριανούπολι και έκαμε ωσάν το ζό και ήρθε εις τα χωριά μας και εκατάσφαξε τους χωριάτες μας όπου εκατοικούσανε όξω και τον καιρό όπου εθερίζανε,και εσκλάβωσε πολλούς,και τώρα πολεμά την Πόλιν όπου την έκτισεν ο Μέγας Κωνσταντίνος και ήταν τέντα και σκέπος της πατρίδος και βοήθεια των Χριστιανών και δύναμι των Ρωμαίων,και τώρα βούλεται να χαλάση την βασιλείαν μας και να τζαλοπατήση και την εκκλησίαν του Χριστού,να την κλαμη σταύλος των αλόγων του. Ώ άρχοντες,ώ καπετανέοι αδελφοί μου,ώ παιδιά παλληκάρια του Χριστού,πασκίσετε και πολεμήσετε να κληρονομήσετε την βασιλείαν των ουρανών…..Και εσείς όπου ευρέθητε εδώ,ζωσθήτε τα σπαθιά σας εις τούτον τον τιμημένον πόλεμον,δια να τιμηθήτε εκ Θεού και ανθρώπων.Και όλοι σεις ο επίλοιπος λαός να βάλετε καλά εις τον νούν σας ότι ετούτη η μέρα είναι όπου μέλλει να τιμηθήτε ,διατί αν σείς χάσετε μία στάλα αίμα,θέλετε λάβη τον στέφανο του μαρτυρίου όπου είναι ατελεύτητο.Ετοιμασθήτε την αύριον όπου είναι η ημέρα του πολέμου».
Βαθύτατα απήχησαν εις τας ψυχάς των πολιορκουμένων οι εμπνευσμένοι αυτοί λόγοι του τελευταίου Αυτοκράτορος,εις τους οποίους,διάχυτος ήτο η ευλάβεια προς τον Θεόν και η πίστις εις την Ελληνικήν Φυλήν,ταυτοχρόνως όμως και η πλήρης συναίσθησις της κρισιμότητος της περιστάσεως.Όλοι οι άνδρες εκείνοι οι οποίοι είχαν λάβει πλέον την απόφασιν να θυσιασθούν υπέρ της πατρίδος-αναφέρει ο Φραντζής-έγιναν ως λέοντες κατά την καρδίαν,και αφούν εσυγχωρήθησαν ο είς με τον άλλον,εζήτησαν να συνδιαλαγούν προς αλλήλους χωρίς να συλλογίζωνται ούτε τα φίλτατα τέκνα των,ούτε τας γυναίκας ή τα πλούτη των,παρά μόνον ν’αποθάνουν δια να προφυλάξουν την  πατρίδα των. (Φραντζής,έκδ.Βόννης σελ.279).

Ο άγνωστός μας ιστορικός αναφέρει λεπτομερώς την διάταξιν των δυνάμεων των δύο αντιμαχομένων μερών,ως και τους αρχηγούς οι οποίοι είχον αναλάβει την υπεράσπισιν των σημαντικωτέρων θέσεων και επίσης αναφέρει και τας δυνάμεις εις την οργάνωσιν της αντιστάσεως και φθάνει εις την μοιραίαν ημέραν της γενικής επιθέσεως. Αρχίζει η μάχη και γενικεύεται κάτω από τα τείχη ,τα οποία απεγνωσμένως υπερησπίζοντο οι Βυζαντινοί.Ο συγγραφεύς χρησιμοποιεί πολλές ποιητικές περιγραφές και εντυπωσιακές εικόνες,κατά την περιγραφήν του σκληρού αυτού αγώνος.Οι Τούρκοι,λέγει,επετούσαν τις σαϊτες και ερχόντουσαν σαν το σύγνεφο,ενώ οι δυστυχείς Βυζαντινοί απέκρουαν τις αλλεπαλλήλους επιθέσεις μετ’απεγνωσμένης καρτερίας και θάρρους και απεμάκρυναν τους εχθρούς και εγένοντο μεγάλες φωνές και συγχύσεις.Εφ’όσον προχωρεί η ημέρα ,αι επιθέσεις γίνονται διαρκώς απειλητικώτεραι ,η δε θέσις των αμυνομένων πάντοτε σκληροτέρα και κρισιμωτέρα.  Δυστυχώς κατά την διάρκειαν μιάς επιθέσεως,ως λέγει ο ιστορικός,η κακή τύχη ηθέλησε και ελαβώθη ο Ιουστιάνης με μίαν σαϊταν,εις τα σαγόνια και έτρεχε το αίμα εις όλον του το σώμα και εφοβήθη μην ποθάνη και δεν είπεν να βάλη άλλον εις την θέσιν του,αλλά άφησε τον πόλεμον και έφυγεν..Αυτή βεβαίως είναι μία εκδοχή,αλλά υπάρχουν και άλλες…….Ο συγγραφεύς επιρρίπτει όλον το βάρος της αποτυχίας και της καταστροφής ,εις την συμπεριφοράν του Ιουστιάνη ,ο οποίος απεμακρύνθη κυρίως του αγώνος ,εγκαταλείψας ανυπεράσπιστον και εις τν διάθεσιν του εχθρού έν των σπουδαιοτέρων σημείων του τειχους.Αλλά ο Δουκας  αφηγείται εν προκειμένω και το επιβεβαιώνει και ο Φραντζής,ότι άλλος είναι ο λόγος που οι Τούρκοι εισέβαλλον εις την Πόλιν. :Κατά την αυτήν δ’ακριβώς ώραν ,καθ’ήν ετελείτο εις την μοιραίαν κοιλάδα του Λύκου η φοβερά Τρίτη έφοδος,συνέβαινεν επεισόδιον ,το οποίον είχεν όλως έκτακτον σπουδαιότητα .Εις απόστασιν περίπου τετρακοσίων μέτρων από της πύλης της Αδριανουπόλεως,είχεν ανοιχθή πυλίς παρέχουσα πρόσοδον εκ του εσωτερικού της πόλεως εις τον περίβολον του  εσωτερικού τείχους.Άλλη δε μικρά πυλίς  κειμένη εν μέρει κάτωθι της επιφανείας του εδάφους και ονομαζομένη « υπόγαιον παραπόρτιον»,ακριβώς κάτωθι της άκρας του ανακτόρου του Κωνσταντίνου,ήγεν αμέσως από της πόλεως(από ιππόδρομον), εις τον εξωτερικόν περίβολον.Αυτή ήτο η ΚΕΡΚΟΠΟΡΤΑ,της οποίας το όνομα έμελλε να μείνη περιλάλητον.Η πύλη αυτή εκτίσθη κατά το έτος 1204,ότε επολιόρκουν την Πόλιν οι σταυροφόροι.Ήτο δε τελείως λησμονημένη από ετών.Ήτο κρυμμένη και ολίγον ορατή εκ των έξω. Το εξωτερικόν τείχος μεταξύ της  Κερκοπόρτης και της πύλης της Αδριανουπόλεως είχε βλαφθή αρκετά και είχε δημιουργηθή ρήγμα κατά του οποίου είχε γίνει ανεπιτυχής επίθεσις κατά την διάρκειαν της νυκτός.Οι Τούρκοι είχον κατορθώσει να διαβούν την περιμετρικήν τάφρον και να καταλάβουν τον εξωτερικόν περίβολον,χωρίς όμως να κατορθώσουν να εισβάλουν εντός της Πόλεως. Αλλά ανατελλούσης της ημέρας,κάποιοι εκ των πολεμίων παρετήρησαν ότι η Κερκόπορτα ήτο ανοικτή.(Και ερωτάται,διατί και ποίος,ασφαλώς εκ των έσω,την άνοιξεν;)Ούτω της  ευκαιρίας δοθείσης,πεντήκοντα γενίτσαροι εισόρμησαν δια της πυλίδος αυτής και την κατέλαβον.Μετ’ολίγον αυτούς ηκολούθησαν και άλλοι ,οι οποίοι δια της Κερκοπόρτης,εισήλθον εις τον εσωτερικόν περίβολον και έπετέθησαν δι’εφνιδιασμού κατά των αμυνωμένων εναντίον εκείνων των αποπειρωμένων να εκπορθήσουν το υφιστάμενον ρήγμα ή να αναρριχηθούν επί του εξωτερικού τείχους, και οι οποίοι συνεχώς επλήθαινον.ΟΙ πολιορκούμενοι μη δυνάμενοι να υποχωρήσουν εις το εσωτερικόν της Πόλεως,δια  της ήδη καταληφθείσης υπο των Τούρκων πυλίδος,έφευγον προς την πύλην της Αδριανουπόλεως ή οποία και αυτή απεκλείσθη υπο των πολιορκητών ,ώστε πλέον πάσα έξοδος εκ του περιβόλου απέβη αδύνατος.Επηκολούθησε σφαγή και άλλοι Τούρκοι εισήλασαν εις την πόλιν ,άλλοι ανέβησαν εις τα τείχη και αφού κατεβίβασαν τας σημαίας του Αυτοκράτορος και του Αγίου Μάρκου,αντικατέστησαν αυτάς δια των Τουρκικών σημαιών.Εν τούτοις εξηκολούθη ανηλεώς και κρατερώς η μάχη εκ του συστάδην εις τον περίβολον και εις όλην την περιοχήν της κοιλάδος του Λύκου,μεταξύ των τελευταίων αμυντόρων και της τρίτης τουρκικής στρατιάς της εφόδου,εις τρόπον ώστε ,όπως λέγει ο Pears ,η επίμονος αντίστασις των ολίγων εκείνων Ελληνων και Ιταλών ηρώων, να φαίνεται ότι εθαυματούργησε δι’ολίγον ακόμη χρόνον.Η λυσσώδης επίθεσις των γενιτσάρων και σύμπαντος του  υπολοίπου αυτής της φρουράς του σουλτάνου,είχεν αποτύχει μέχρις εκείνης της ώρας και είχε σιγάσει.Και τότε ο Αυτοκράτωρ εκραύγασε προς τος συμπολεμιστάς του. «Ο εχθρός κλονείται.Επιμείνατε ακόμη ολίγον και ίσως να σωθώμεν και τώρα».αλλά την στιγμήν εκείνην επήλθεν έν των τραγικών εκείνων επεισοδίων,τα οποία ενίοτε κρίνουν την τύχην των εθνών.Και δή ο Ιωάννης Ιουστιάνης ο οποίος ως αρχηγός εμάχετο πλησίον του Αυτοκράτορος,ετραυματίσθη σοβαρώς.Επηκολούθησεν αιμορραγία ακατάσχετος και ηναγκάσθη να αποφασίση αμέσως να εγκαταλείψη το τείχος δια να τύχη θεραπείας υπο ιατρών.Το τραύμα ήτο πολύ σοβαρόν,ώστε έμελλε να αποθάνη εξ’αυτού μετά’τινας ημέρας,πράγμα όμως το οποιον οι περιστοιχίζοντες αυτόν δεν διέγνωσαν,όπως και άλλοι εκ των συγχρόνων. Ο Χαλκοκονδύλης (Εκδόσεις Βόννης),διηγείται,ότι ο Κ.Παλαιολόγος σπεύσας επι τω αγγέλματι του τραυματισμού και της αναχωρήσεως του Ιουστιάνη,ικέτευσεν αυτόν να μείνη ,εκείνου δ’ αρνηθέντος ηρώτησεν αυτόν πού έμελλε ν’αποσυρθή. «Εις την οδόν εκείνην εις ήν ο θεός οδηγεί τους Τούρκους», απήντησεν ο Γενουήσιος,δι’εκφράσεως ικανώς σκοτεινής.Τότε ο Βασιλεύς στραφείς προς τον Καντακουζινόν και προς τους ολίγους περί αυτόν είπεν «Υπάγομεν άνδρες ,επι τους βαρβάρουςτούτους»,ήθελε βεβαίως να είπη «Υπάγωμεν προς τον θάνατον».Εν ώ δε διήρκουν αι θλιβεραί εκείναι περιπέτειαι της αποχωρήσεως του Ιουστιάνη,ο ατυχής Βασιλεύς,εξηκολούθη όπισθεν του σταυρώματος επιδεικνύων ανδρείαν λαμπροτάτην και αγωνιζόμενος πάση δυνάμει να συγκρατή τους τελευταίους εξηντλημένους από την κούρασιν αμεινομένους (αναφέρει ο Φραντζής)προμαχόμενος αυτός μεθ’ορμής θαυμασιωτάτης. Ανέλαβεν δ’αμέσως την διεύθυνσιν του αγώνος αντί του Ιουστιάνη,καθικετεύσας όσους ήθελον να φύγουν,να καταβάλουν την εσχάτην προσπάθειαν.Ηγούμενος δε των  ολιγων ανδρείων,ώρμησε δι’εσχάτην φοράν εις το κρατερώτατον μέρος της μάχης,υπερασπιζόμενος μετα του θάρρους της απογνώσεως τα τελευταία λείψανα της άλλοτε κραταιάς Αυτοκρατορίας.Ούτω η τελευταία σκηνή του δράματος είχε συντελεσθή.Ο Κ.Παλαιολόγος,ο τελευταίος Αυτοκράτωρ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας,έπιπτεν ως ο ασημότερος στρατιώτης ,και ταυτοχρόνως έπιπτε και η Πόλις ,η οποία υπήρξε το καταφύγιον των Χριστιανών,το καύχημα και η χαρά όλων των Ελλήνων και η οποία  επι χίλια εκατόν και επέκεινα έτη υπήρξεν ο αγέρωχος προμαχών της πίστεως και του πολιτισμού κατά των βαρβάρων.

Την είσοδον των Τούρκων εις την Κωνσταντινούπολιν ακολουθεί η πλήρης καταστροφή.Η πλουσία,παμεγίστη και   ένδοξος πόλις,μετεβλήθη εντός τριών ημερών εις έρημον φρικτήν και αιματόβρεκτον.Σχεδόν άπαντες οι κάτοικοι εκείνοι ,εντός χρόνου βραχυτάτου εσφάγησαν ,επωλήθησαν μακράν, ή απήχθησαν εις την Ασίαν.Η νεωτέρα ημών φαντασία αδυνατεί να αναπαραστήση ερημώσεις ούτω αιφνιδίους,φρικτάς και απεράντους καταστροφάς, κατ’αυτόν τον τρόπον τέλείας.Αι μυριάδες των αγρίων στιφών του Μωάμεθ,ουδέν αφήκαν εις την Κωνσταντινούπολιν,εις την άλλοτε θαυμασίαν και ακτινοβόλον ,ουδέν άλλον πλήν των λίθων των κτηρίων.Πάντες οι σύγχρονοι συγγραφείς περιγράφουν ομοφώνως την καθολικήν και φοβεράν εκείνην ερήμωσιν και την πρωτοφανή γενοκτονίαν,την οποίαν προεκάλεσεν ο συρφετός των αγρίων θηρίων,όταν επάτησαν τα άγια χώματα της Βασιλευούσης.Ο Κριτόβουλος αναφέρει,ότι τα πάντα κατέστρεφον και ερήμωνον και επυρπόλων ,δίκην χειμάρρου ή κεραυνού όπου τα πάντα παρασύρουν και διαφθειρουν.Ο δε Pears αναφέρει . «Οι αναγιγνώσκοντες τας περί της πολιορκίας διηγήσεις και περί της ιστορίας αυτής προ του 1453,εκπλήσσονται δια την αφοσίωσιν ,την οπίαν επεδείκνυον οι κάτοικοι προς την πόλιν αυτών.Η Κωνσταντινούπολις ήτο πράγματι δι’αυτούς η Βασιλίς των πόλεων,η ωραιοτάτη,η πλουσιωτάτη,η ευπρεπεστάτη και μάλιστα πεπολιτισμένη εις τον κόσμον». Παριστάνει δε ευλόγως έπειτα, την διαφοράν μεταξύ των δύο αλώσεων,της του 1204 και της του 1453,η οποία επροξένησε καταστροφήν τελείαν.Και ο Βαρβερινός Κώδιξ,ολοκληρώνων την περιγραφή της αλώσεως ,τονίζει ότι η άλωσις της βασιλίδος των πόλεων,του κέντρου του Ελληνισμού,ειχε σημαντικάς και δραματικάς συνεπείας ,όχι μόνον δια την πατρίδα μας αλλά και δια την Ευρώπην όλην.

Τετρακόσια ολόκληρα έτη θα διέλθουν μέχρις ότου ο Ελληνισμός κατορθώσει και πάλιν να ανεύρη τας δυνάμεις του,να συνταχθή και να αγωνισθή τον έσχατον υπέρ της ελευθερίας αυτού αγώνα.Τετρακόσια έτη,σκληρών αγώνων, πόνων,δακρύων και αίματος,αλλά ταυτοχρόνως και εθνικής καρτερίας και θρησκευτικής πίστεως.Η Ελλάς τώρα είναι ελευθέρα,αλλά οι περιπέτειες αυτής και οι αγώνες δεν έχουν ακόμη τελειώσει.Αναμιμνησκομένη όμως της  λαμπράς αυτής ιστορίας και του υπερηφάνου παρελθόντος της,θα έχη πάντα την  ψυχικήν δύναμιν να συνεχίση νικηφόρως τον τραχύν δρόμον της ανώδου.Εις τον δρόμον αυτόν το παράδειγμα και η ανάμνησις της τελευταίας νυκτός της Κωνσταντινουπόλεως και της θυσίας του Αυτοκράτορος,θα αποτελή πάντοτε τον φωτεινόν φάρον της εμπνεύσεως και της καθοδηγήσεως.          Και εν κατακλείδι, θα ολοκληρώσωμε το παρόν Σημαντικόν Ιστόρημα με τους λόγους του Α.Αδαμαντίου. «Οσαιδήποτε νέαι  θεωρίαι και νέα διδάγματα καταλύσουν τους νεαρούς Έλληνας,οποιοσδήποτε φθοροποιός κάματος και αν καταλαμβάνη την Ελληνικήν Ψυχήν,δεν έχομεν παρά να ενθυμηθώμεν την υπερόχως μεγαλοπρεπή εις την θλίψιν και εις την οδύνην νύκτα εκείνην, δια να ανανήψωμεν  και να λάβωμε νέας δυνάμεις και νέας ελπίδας.Η ανάμνησις σκηνών αι οποίαι ούτε συνέβησαν άλλοτε εις τον κόσμον,αλλά ούτε θα συμβούν πλέον,είναι έν Εθνικόν λουτρόν το οποίον δεν πρέπει να λησμονούν οι διδάσκαλοι του Έθνους,αλλά ούτε και οι ηγέται αυτού,οσάκις ομιλούν ή πράττουν τι σχετικόν με την εθνικήν υπόστασιν. Είναι βαρεία είναι καταθληπτική η κληρονομία,αλλά οι απόγονοι οφείλουν να είναι υπερήφανοι  ότι τέτοιος ιστορικός κλήρος έλαχεν εις αυτούς και να αρύωνται εξ αυτού ακαταβλήτους δυνάμεις.----------

Ηλίας Κ.Τριανταφύλλου
Διπλωματούχος Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π
Μεταπτυχιακαί σπουδαί εις το Πολυτεχνείον της Γκρενόμπλ.

 

Προσαρμοσμένη αναζήτηση