Η Γνωσολογία (του Γιάννη Γουργιώτη)

Δημοσιεύτηκε: Πέμπτη, 21 Μαρτίου 2024 15:45 Η Γνωσολογία (του Γιάννη Γουργιώτη)

Σε κάποια άρθρα μου στο lamia report είχα αναφερθεί στον τομέα της Ηθικής Φιλοσοφίας, που υπήρξε πεδίο έρευνας των αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων, Σωκράτη, Πλάτωνα, Αριστοτέλη και λοιπών, ακόμη δε και γνωστών εκπροσώπων της σοφιστικής σχολής ( Πρωταγόρας, Γοργίας,  κ.α), για να περιοριστώ στους πιο γνωστούς σ’ εμάς τους Νεοέλληνες.

Υπάρχουν όμως και μεταγενέστεροι ευρωπαίοι φιλόσοφοι που διακρίθηκαν  στην ανάπτυξη της φιλοσοφικής σκέψης, όπως ο Καρτέσιος στη Γαλλία, ο Κάντιος στη Γερμανία και ο Μπέρκλεϊ στην Ιρλανδία, χωρίς να αποκλείονται και άλλοι γνωστοί δυτικοί φιλόσοφοι.

Στη  Φιλοσοφία  τα πράγματα ή όντα είναι αντικείμενο της οντολογίας, επιστήμης που ασχολείται με τα αντικείμενα γενικά. Στο οντολογικό κεφάλαιο  ανήκει το γνωσιολογικό πρόβλημα, ή Γνωσιολογία. Πυρήνας αυτού είναι η γνώση ή κατά τον Κάντιο, η «καθαρή γνώση». Ιδού πως τη διατυπώνει ο ίδιος: « Ονομάζουμε καθαρή κάθε γνώση που σε αυτή δεν αναμιγνύεται τίποτα το ξένο,δηλαδή δε βρίσκεται σ΄αυτή καμιά εμπειρία ή αίσθηση, όταν, επομένως, είναι δυνατή πλήρως εκ των προτέρων…Ο λόγος είναι η δύναμη που μας προσφέρει τις αρχές της γνώσης εκ των προτέρων»(σελ.29)

Τι είναι η ιδέα και τι η πραγματικότητα;

Για τον Πλάτωνα η ιδέα δε είναι συνειδησιακό προϊόν, αλλά αυθύπαρκτη πραγματικότητα, το μόνο καθαυτό ον. Κατά τον Κάντιο  με την έννοια και τον όρο πραγματικότητα προσδιορίζεται κατά κύριο λόγο η στενή συνάφεια ενός αντικειμένου με τους υλικούς όρους της εμπειρίας. Για να γνωρίσουμε την πραγματικότητα οποιουδήποτε πράγματος, πρέπει τούτο να προσφέρεται  στην αντίληψή μας, να είναι προσιτό στις αισθήσεις μας. Η αντίληψη που δίνει την ύλη στην έννοια, γράφει ο Καντ, είναι το μοναδικό τεκμήριο της πραγματικότητάς της.

Η σφαίρα των αντικειμένων.  

Τα αντικείμενα ή όντα που συλλαμβάνει η συνείδηση λέγονται φαινόμενα. Όσα δε γίνονται προσιτά στην εμπειρία μας, λέγονται πράγματα καθεαυτά. Είναι δε αυτά νοούμενα ή νοητά (intelligibilia), αποτελούν δηλαδή το επέκεινα των φαινομένων, που αποτελεί το απρόσιτο βάθος τους, τον απλησίαστο οντολογικό τους πυρήνα. Αυτή είναι μια υπόθεση, όχι απλά επιτρεπτή, αλλά και αναπόφευκτη. Χωρίς αυτή την υπόθεση, γράφει ο Καντ, είναι αδύνατο να εξηγηθεί ο σχηματισμός των παραστάσεων.                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                              Αυτοδύναμη δραστηριότητα του νου. Παραγωγή έγκυρης γνώσης. Η διαδικασία παραγωγής της γνώσης είναι η εξής: πρώτα χρησιμοποιούνται οι a priori μορφές της εποπτείας ( δηλαδή ο τόπος και ο χρόνος) για να σχηματιστούν οι παραστάσεις. Έπειτα, με την επέμβαση των καθαρών μορφών της νόησης, δηλαδή των κατηγοριών, ο νους σχηματίζει τελειότερα λογικά πλάσματα, όπως είναι οι έννοιες, όπου αποθησαυρίζεται η αντικειμενικά έγκυρη γνώση. Αυτή είναι μια εργασία συνθετική. Ο Καντ εξηγεί τι είναι σύνθεση: «Σύνθεση ονομάζω αυτή τη δραστηριότητα για να δείξω ότι οι δεσμοί με τους οποίους ο νους συνθέτει τα δεδομένα των αισθήσεων και «κατασκευάζει» τα αντικείμενα  (τις έννοιές τους) δε δίνονται μαζί με αυτά, αλλά υφαίνονται από το ίδιο το υποκείμενο με την ενέργειά του. Τα αντικείμενα είναι προϊόντα της συνθετικής λειτουργίας της συνείδησης.

Μορφές ιδεαλισμού. Ο Καντ διακρίνει τρία είδη ιδεαλισμού: α) τον προβληματικό ιδεαλισμό του Καρτεσίου, ο οποίος μόνο την ύπαρξη του «εγώ» παραδέχεται σαν κάτι αναμφισβήτητα βέβαιο, ενώ την ύπαρξη των άλλων πραγμάτων τη θεωρεί προβληματική, επειδή δεν έχουμε την αδιάψευστη μαρτυρία της  άμεσης εμπειρίας, αλλά  φτάνουμε στην παραδοχή της έμμεσα, με το διαλογισμό. Για τον Καρτέσιο (Descartes) τα αισθήματα παράγονται μέσα στη συνείδησή μας ανεξάρτητα από τη βούληση και τη συγκατάθεσή μας, εισέρχονται και σχηματίζονται μέσα μας οι ιδέες ( παραστάσεις) των υλικών πραγμάτων, χωρίς να παρεμβαίνει η δική μας θέληση. Παρόμοια θέση θα πάρει αργότερα και ο Καντ. 

β) Ο δογματικός ιδεαλισμός του ΒΕRKELEY (Μπέρκλεϊ), Ιρλανδού επισκόπου και φιλοσόφου, ο οποίος το χώρο που αποτελεί απαραίτητο όρο για την ύπαρξη των εξωτερικών «πραγμάτων» τον θεωρεί καθεαυτόν αδύνατο και για τούτο τα πράγματα μέσα στο χώρο και έξω από την αντίληψή μας τα νομίζει γεννήματα της φαντασίας.

Με το Μπέρκλεϊ ο ιδεαλισμός γίνεται πιο ριζικός και πιο αποφασιστικός. Τώρα η έρευνα  μετατοπίζεται περισσότερο προς την αντίληψη. Με την αντίληψη η συνείδηση διαπιστώνει ότι άλλες προσδοκίες της πραγματοποιούνται, άλλες όχι. Έτσι αποθησαυρίζει με τον καιρό μια ορισμένη πείρα που της επιτρέπει να μη γελιέται. Από τη σταθερότητα και την κανονικότητα των εμπειριών της αναγνωρίζει την «τάξη της Φύσης» και διαχωρίζει  τις φαντασιώσεις από τις ιδέες των «πραγματικών όντων». Με την ύπαρξη της φαντασίας το ψυχολογικό υποκείμενο δε μπορεί να έχει ένα σταθερό κριτήριο για μια γνώση, όσον αφορά τα περιστατικά  του ατομικού βίου.

Για τον Καντ ο χώρος είναι όρος της εμπειρίας μας, όπως και ο χρόνος, επομένως μόνο τα φαινόμενα προσδιορίζονται από αυτόν. Δεν μπορεί κανείς να προβάλλει τα φαινόμενα έξω από το συνειδησιακό τους χώρο και να τα θεωρεί αυθύπαρκτες οντότητες. Πέρα όμως από τα φαινόμενα υπάρχουν αυτά καθεαυτά τα πράγματα ως νοούμενα, δηλαδή ως κάτι που δεν μπορεί ποτέ να γίνει αντικείμενο πραγματικής ή δυνατής εμπειρίας. Τούτο αποτελεί στοιχείο του κριτικού πνεύματος του Καντ. Ποιο είναι αυτό; « τίποτα να μην αποφαίνεται με βεβαιότητα χωρίς απόλυτα επαρκείς  αποδείξεις». Τη θέση αυτή του Καντ τη συναντά κανείς στον προβληματικό ιδεαλισμό του Καρτεσίου.

Γ. Ιδεαλισμός του Καντ

Ο Καντ θεωρεί το δικό του ιδεαλισμό  ως κριτικό ιδεαλισμό, δηλαδή ούτε προβληματικό ( του Καρτεσίου) ούτε δογματικό του Μπέρκλεϊ. Ονομάζει τη φιλοσοφία του υπερβατολογική. Υπερβατολογικό είναι κάθε τι που προέρχεται από μόνη τη Λογική, έξω από κάθε εμπειρία. Υπερβατολογική φιλοσοφία είναι η ασχολούμενη με τη γνώση a priori, αποκλειστικά με την ορθολογική γνώση. Η υπερβατική λογική προσδιορίζει την προέλευση, την έκταση και την αξία των καθαρών στοιχείων της σκέψης.

Ρεαλισμός και Ιδεαλισμός

Ενώ για τους ρεαλιστές ο κόσμος των φαινομένων, δηλαδή  ο αισθητός κόσμος (modus sensibilis) αποτελεί την εμπειρική πραγματικότητα, για τους ιδεαλιστές, αντίθετα, αληθινή είναι η ιδεαλιστική πραγματικότητα (modus intelligibilis), δηλαδή ο νοητός κόσμος.

Από τις βασικές αυτές αντιλήψεις των δύο θεωριών διαμορφώνεται η σχετική θεωρία για τη γνωστική λειτουργία του νου, που συνδέεται με την οντολογία(τα  φαινόμενα ως υπαρκτά όντα και τα νοητά, τα καθαυτό αντικείμενα ή όντα) και στη συνέχεια ο τρόπος γένεσης και διερεύνησης του σχετικού πεδίου.

Τα αισθήματα

Για τον Καρτέσιο τα αισθήματα ( παράγωγα αυτά των εξωτερικών ερεθισμών) παράγονται μέσα στη συνείδησή μας, ανεξάρτητα από τη βούληση και τη συγκατάθεσή μας. Μας έρχονται και σχηματίζονται μέσα μας οι ιδέες ( παραστάσεις) των υλικών πραγμάτων, χωρίς να παρεμβαίνει η  δική μας θέληση. Οι ρεαλιστές επιμένουν στην άποψη ότι το οντολογικό πρόβλημα δεν τίθεται όπως το υποστηρίζει ο ιδεαλισμός, δηλαδή με την απορία: πώς από το percipi (αντίληψη) περνούμε στο esse ( το είναι), γιατί η αντίληψη, όπως και η σκέψη, με την πρώτη αυθόρμητη κίνηση πηγαίνει προς τα πράγματα(αντικείμενα), δηλαδή ανεξάρτητα από την ενέργειά της.

Η κύρια διαφορά μεταξύ των δύο θεωριών εστιάζεται στο ότι για τους ρεαλιστές  δε συμμετέχει η συνείδηση στη γνώση των πραγμάτων (αντικειμένων). Αντίθετα, οι ιδεαλιστές ανατρέπουν τη φυσική τάξη και βιάζουν την αντίληψη ή τη σκέψη πρώτα να στραφεί προς τον ίδιο της τον εαυτό.

Τόσο ο Καρτέσιος όσο και ο Καντ αργότερα, έδωσαν το σημείο αναίρεσης του κεντρικού δόγματος των ρεαλιστών, σύμφωνα με το οποίο η εμπειρική πραγματικότητα σχηματίζεται χωρίς τη συμμετοχή της Λογικής, πυρήνα του συνειδησιακού χώρου, ήτοι του θεωρητικού συνειδέναι. Ένας ρεαλιστής παραδέχεται μια ανεξάρτητη από την αντιληπτική του ενέργεια  και αυθυπόστατη πραγματικότητα που διέπεται  από τους δικούς της νόμους. Για τον ιδεαλιστή, αντίθετα, τίποτα έξω από το συνειδησιακό χώρο δεν υπάρχει αυτοδύναμο και αυτόνομο.

Ο Μπέρκλεϊ , αποφεύγοντας τον άκρατο ιδεαλισμό, προτίμησε να εδραιώσει τη θεωρία του κάτω από τη μεταφυσική υπόθεση που έλυνε δογματικά τις απορίες. « Ιδέες, λέει, είναι τα αντικείμενα, όχι όμως της ατομικής, αλλά της συνείδησης του Θεού, που μέσα στην ουσία του περιέχει τον κόσμο, όπως το σύμπαν της εμπειρίας κλείνεται  μέσα στην ψυχή μας με τη μορφή των παραστάσεων. Λέγει, επίσης:  Η «τάξη της φύσης», που  μας αποκαλύπτει η εμπειρία, είναι η συμβολική γλώσσα του Θεού. Αυτός αποτυπώνει στη συνείδησή μας τις αισθητηριακές εικόνες των πραγμάτων με ορισμένη αλληλουχία και τάξη και έτσι σχηματίζεται μέσα στο πνεύμα μας η εποπτεία της πραγματικότητας, όπως μας την παρουσιάζουν οι αισθήσεις.    

      N. HARTMANN

O N. HARTMANN, ένας σημαντικός φιλόσοφος στον τομέα της Γνωσιολογίας, οπαδός της ρεαλιστικής θεωρίας ο ίδιος, αντιπαρατίθεται σε πολλά σημεία από τον Κάντιο και τους ερευνητές της σχολής του, προβαίνοντας σε λεπτές αναλύσεις που αφορούν τους δύο παράγοντες της οντολογίας, του υποκειμένου και του αντικειμένου. Η σχέση μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου είναι μερική μόνον όψη της βαθύτερης σχέσης μεταξύ υποκειμένου και υπάρχοντος πράγματος καθαυτό. Μέσα στο πράγμα καθαυτό που είναι η οντολογική καθαυτότητα , έχει τη ρίζα της η  γνωσιολογική καθαυτότητα του αντικειμένου (καντιανή θεωρία που ασπάζεται και ο Χάρτμαν).

Όσον αφορά το φαινόμενο της πλάνης, ο Χάρτμαν λέγει: Η Γνωσιολογία για να εξηγήσει το φαινόμενο της πλάνης είναι αναγκασμένη να παραδεχτεί το ρεαλιστικό δόγμα της οντολογικής καθαυτότητας του κόσμου των πραγμάτων.

Ο Χάρτμαν θεμελιώνει τη ρεαλιστική θεωρία στις φαινομενολογικές διαπιστώσεις, αλλά πιο ενδιαφέρουσες είναι οι προσπάθειές του να εμβαθύνει την έννοια του αντικειμένου. Απέναντι στο είναι, γράφει, η γνώση είναι περιορισμένη. Απλώνεται μόνο σ’ένα τμήμα του : εκεί όπου το ον γίνεται αντικείμενο για ένα υποκείμενο, αντικειμενοποιείται. Η γνώση είναι ικανή να εισχωρεί όλο και βαθύτερα μέσα στους κόλπους του όντος. Όσο όμως και αν μπορεί να διευρύνεται προς κάθε διεύθυνση, το τμήμα του αντικειμενοποιημένου όντος έχει τα όριά του.

Πέρα από αυτά απλώνεται ο απέραντος χώρος του υπεραντικειμενικού, αφού η ανθρώπινη γνώση είναι περιορισμένη, γιατί αγκαλιάζει ένα μόνο τμήμα του όντος και όχι το είναι σε όλόκληρο το βάθος και το πλάτος του.

Μέσα στον τομέα του υπεραντικειμενκού πρέπει να γίνει μια διάκριση: το προς το παρόν άγνωστο πράγμα από το για πάντα αδύνατο να γνωριστεί, από αυτό δηλαδή που είναι υπερνοητικό. Το πρώτο ενδέχεται να αντικειμενοποιηθεί μέσα στο χώρο του υπεραντικειμενικού. Το δεύτερο δηλώνει τα ανεξιχνίαστα βάθη του όντος, που είναι αδύνατον να αντικειμενοποιηθούν, γιατί είναι εντελώς απλησίαστα από την αντίληψη και τη νόησή μας.

Το «υποκείμενο» δεν είναι το υπερβατολογικό υποκείμενο των καντιανών, αλλά το εμπειρικό, λέγει ο Χάρτμαν. Μόνο αυτό έχει θέση στην οντολογία. Το υπερβατολογικό αντικείμενο θεωρείται επέκταση του εμπειρικού και μόνον η ολότητα παντοτινά το ξεχωρίζει από τούτο.

Ο Χάρτμανν πέραν της αρετής που αποδίδει στη θεωρία του, της αποδίδει το χαρακτηριστικό της δυναμικής προοπτικής, γράφοντας ότι τη λειτουργία που ονομάζουμε γνώση δεν πρέπει να τη βλέπουμε στατικά, αλλά δυναμικά, δηλαδή σαν μια αδιάκοπη κίνηση προς τα εμπρός. Αμετακίνητο, λέει, δεν είναι κανένα σύνορο μέσα στο οντολογικό σύμπαν.

Κλείνω εδώ τη  μικρή μου βιβλιογραφική  έρευνα  για το κεφάλαιο της Γνωσιολογίας, με αναφορά στις απόψεις  των μεγάλων Φιλοσόφων για το θέμα της ειδικής αυτής Φιλοσοφικής  θεωρίας, που είναι κλάδος της Γνωσιοφιλοσοφίας, ελπίζοντας ότι προσφέρω μια διασάφηση του τρόπου γένεσης της γνώσης και των ζητημάτων που συνυφαίνονται με τη γνώση.

                                                  Γιάννης Γουργιώτης

                                     Δρ Ψυχολογίας του Παν/μίου των Παρισίων

                             DEA  της Φιλοσοφίας του Πολιτισμού

                                     (Philosophie de la culture)

                        (Tου Παν/μίου της Σορβόννης,  1982)                              

Βιβλιογραφία.  Συνέταξα το παρόν κείμενο  στηριζόμενος  σε γνωστά έργα Ελλήνων  και ξένων φιλοσόφων συγγραφέων, όπως:

1.    ΒΡΕΗΙΕR, Εmile, Kαθηγητή της Σορβόννης: «Ιστορία της Φιλοσοφίας, τ. Α’ και Β΄, μτφρ. Π. Ιωαννίδη, εκδ. Αφοί Συρόπουλοι, 1970.

2.    ΠΑΠΑΝΟΥΤΣΟΥ, Ε., « Γνωσιολογία», Ίκαρος, 1973 ( βασικό βοήθημα για   φιλοσoφική  ενημέρωση, σελ. 429)

3.    ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ, Χρ., Εισαγωγή στη Φιλοσοφία», βιβλ/πωλείο της Εστίας, Αθήνα 1995

4.    ΚΑΝΤ, Εμμαν.  «ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΟΥ ΛΟΓΟΥ», μτφρ. Γρηγ. Λιόνη, εκδόσεις Γερ. Αναγνωστίδη ( χωρίς χρονολογία μετφρ και έκδοσης)        

                21/3/2024

Γράψτε το σχόλιο σας

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ: Τα μηνύματα που δημοσιεύονται στο χώρο αυτό εκφράζουν τις απόψεις των αποστολέων τους. Η ιστοσελίδα "LamiaReport.gr" δεν υιοθετεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο τις απόψεις αυτές. Ο καθένας έχει δικαίωμα να εκφράζει την γνώμη του, όποια και να είναι αυτή. Δεν δημοσιεύονται συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια. Τέτοια μηνύματα θα διαγράφονται όποτε εντοπίζονται.

Προσαρμοσμένη αναζήτηση